Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

ΤΙ ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΤΗ ΕΖΗΣΑ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟ ΖΕΡΒΑΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟ ΤΟ 1967-1968 «: «Ὅταν βγεῖς ἀπ’ ἐδῶ νά πεὶς γιά τό φῶς πού εἶδες, ἀφοῦ πρῶτα τό πάρεις σάν δώρημα ἀπ’ τό Χριστό μας. Διαφορετικά, μίλησε μέ τή σιωπή πού κηρύττει κι αὐτή μέ τόν τρόπο της».

 

ΤΙ ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΤΗ ΕΖΗΣΑ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟ ΖΕΡΒΑΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟ ΤΟ 1967-1968 «: «Όταν βγεις απ’ εδώ να πεις για το φώς πού είδες, αφού πρώτα το πάρεις σαν δώρημα απ’ το Χριστό μας. Διαφορετικά, μίλησε με τη σιωπή πού κηρύττει κι αυτή με τον τρόπο της».

O παππούς πατήρ Φιλόθεος πάλι μου μίλησε για την έσχατη μέρα πού την διαισθάνεται πολύ κοντά. Ζω, μου ‘ πε, με την αγωνία του κόσμου, του κόσμου πού ‘γινε μάζα, και πορεύεται σαν πρόβατο σε σφαγή, χωρίς διαμαρτυρία και προσπάθεια να ξεφύγει απ’ τα χέρια του βέβαιου θανάτου. Ο Σατανάς έχει υπνώσει τούς ανθρώπους και τούς χρησιμοποιεί.

Τα μάτια του παππούλη, ήταν γεμάτα  δάκρυα και το πρόσωπό του είχε φανερή την έκφραση του πόνου και της αγωνίας. Έπειτα σιώπησε και τον αισθανόμουν και έβλεπα να ‘ναι βυθισμένος κάπου. Αυτή η σιωπή λάβαινε έκταση μα και μεγαλείο. Θέλησα κι εγώ να προσηλώσω τη μνήμη μου πάνω στο Σταυρό που ‘χα αντίκρυ μου κι έμεινα για ώρα βυθισμένος στο θαύμα του Θείου Πάθους!! Έπειτα από αρκετή ώρα, μέσα απ’ την προσήλωσή μου, είδα ένα σκοτάδι να φεύγει κι ένα φώς παράξενο και πρωτόγνωρο να λούζει τον παππού, όχι όμως και μένα. Το πρόσωπο του, άρχισε να αλλοιώνεται και να παίρνει μια έκφραση!!
«Ω, Θεέ, να μπορούσα να την περιγράψω ή να την έχω σαν εικόνα όλη μου τη ζωή! Αισθανόμουν πώς κάποιος του μιλούσε και ο ίδιος απαντούσε, μα δεν άκουγα τίποτα. 

Η βεβαιότητα μου αυτή δέ γεννούσε αμφισβήτηση, αλλά ούτε και ερώτηση. Είχα καθηλωθεί στο θαυμασμό μέσα αλλά και στο φόβο της αδυναμίας μου να νιώσω, τί γίνεται κει μπροστά μου… Ο παππούς, τώρα παρακαλούσε, ικέτευε και τον είδα να σκύβει πάνω στο πάτωμα το κεφάλι ταπεινά και λέει «ευχαριστώ»!!
Μέσα μου αισθανόμουν ειρήνη, απέραντη ειρήνη και ούτε ήθελα να ρωτήσω ή να ζητήσω κάτι. Ήμουν γεμάτος από κάτι πού δεν ήξερα, μα ωστόσο με πλημμύριζε χαρά και με γέμιζε ελπίδα. Η σιωπή εκεί μέσα, μιλούσε με πολλές γλώσσες κι ήταν τόσο όμορφη πού θα ‘θελα να μην έχει τέλος.

Έξω φυσούσε παγωμένος αέρας και το κρύο σε περόνιαζε ως το κόκκαλο, μα μες στην καρδιά μου είχα ζεστασιά. Ήθελα αυτό πού είχα, σχεδόν λαχταρούσα, να το δώσω σ’ όλους τούς ανθρώπους. Γιατί εδώ τώρα, τούς αγαπούσα σαν τον εαυτό μου και τούς πονούσα σαν τη σάρκα μου..
Έπειτα ο παππούς, μ’ αγκάλιασε στοργικά και μούπε: «Όταν βγεις απ’ εδώ να πεις για το φώς πού είδες, αφού πρώτα το πάρεις σαν δώρημα απ’ το Χριστό μας. 


Διαφορετικά, μίλησε με τη σιωπή πού κηρύττει κι αυτή με τον τρόπο της». Η Παναγία μου είπε, πώς του απεκάλυψε μια εικόνα που ‘δειχνε τούς ποιμένες να ‘ναι δεμένοι σ’ ένα βράχο και οι κουρούνες να τούς τρώνε τα σπλάχνα και να τούς κτυπούν με μανία με το ράμφος των. Όταν τον ρώτησα για την εικόνα δεν μου απάντησε, αλλά μου ‘δειξε μια άλλη εικόνα πού παρίστανε ανθρώπους μυριάδες, αμέτρητους, πού βούλιαζαν σε μια ατέρμονη πεδιάδα, λες και τούς ροφούσε η λασπουριά, φωνάζοντας απέλπιδες φωνές. Στη θέα αυτή ένιωθες φρίκη και γέμιζες αγωνία..

Κι άκουσα μου πε ο παππούς, τη φωνή του Προφήτη με το στόμα τ’ Άγιο της Παναγιάς, να μου λέει: «Οι ποιμένες κατέστρεψαν το αμπέλι μου και το μετέτρεψαν σε βούρκο». Ο παππούς λέγοντας μου αυτά, είχε πάνω του όλο το παράπονο του κόσμου και όλο τον καημό της ζωής. Τον άφησα περίλυπο στη σιγή του και τον παρεκάλεσα φιλώντας του το χέρι, να προσευχηθεί για μένα.. Έξω, η καμπάνα της Ι. Μονής, σήμαινε τον Εσπερινό!!
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2013/04/1967-1968_3875.html

Ἀναχώρησις τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου μετὰ τοῦ Γέροντος τοῦ Δανιὴλ ἐκ τοῦ Ἁγ. Ὄρους καὶ μετάβασις αὐτῶν εἰς Ί. Μονὴν Πεντέλης, Παρόν, Σίκινον καὶ Φολέγανδρο


Βίος καὶ θαύματα τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ νέου τοῦ ἐν τῇ νήσῳ Πάρῳ ἀσκήσαντος

Φιλοθέου Ζερβάκου ἀρχιμανδρίτου

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ´

Ἀναχώρησις τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου μετὰ τοῦ Γέροντος τοῦ Δανιὴλ ἐκ τοῦ Ἁγ. Ὄρους καὶ μετάβασις αὐτῶν εἰς Ί. Μονὴν Πεντέλης, Παρόν, Σίκινον καὶ Φολέγανδρο.

«Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός Σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου Σὸν ποῦ φύγω;
Ἐὰν ἀνάβω εἰς τὸν οὔρανον σὺ εἶ ἐκεῖ· ἐὰν ἀναλάβοιμι τὰς πτέρυγάς μου κατ᾿ ὄρθρον
καὶ κατασκηνώσω εἰς τὰ ἔσχατά της θαλάσσης, καὶ γὰρ ἐκεῖ, ἡ χείρ σου».
(Ψαλμ. 138)
Παραμείνας ἐκεῖ ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος μετὰ τοῦ Γέροντός του ἐπὶ ἓξ ἔτη, ἀνεχωρησεν ἐπειδὴ εἶχον ἐγερθῇ σκάνδαλα ἀπὸ τίνας μοναχοὺς ἀνόητους καὶ ἀμαθεῖς, οἵτινες (ἀνοήτως φερόμενοι καὶ ὑπὸ τοῦ πονηροῦ ἐλαυνόμενοι ἐξηγέρθησαν ἐναντίον τῶν σοφῶν, εὐλαβῶν καὶ ἐνάρετων καὶ ἁγίων ἐκείνων ἀνδρῶν, οἵτινες ὑπεστήριζαν ὅτι ὁ Χριστιανὸς καὶ ἰδίως ὁ μοναχός, διὰ νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὸν διάβολο καὶ διὰ νὰ πλησιάζῃ εἰς τὸν Θεὸν καὶ τὴν ἀρετήν, πρέπει νὰ ἐξομολογῆται καθαρά, νὰ προσεύχεται, νὰ προετοιμάζεται καὶ συνεχέστερο νὰ κοινωνῇ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, διὰ νὰ ἐνισχύηται καὶ νὰ λαμβάνῃ δύναμιν πνευματικὴν ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ διαβόλου- ὡς τοῦτο ὁρίζουσι καὶ οἱ Ἀποστολικοὶ καὶ οἱ Πατερικοὶ κανόνες. Ἀντιθέτως, οἱ ἀμαθεῖς μοναχοί, ἔλεγον ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μεταλαμβάνουν συχνά, διότι εἶναι φρόνημα αἱρετικόν. Οἱ οὕτως ἀνοήτως φρονοῦντες ἐποίησαν σύγχυσιν, θόρυβο, σκάνδαλα, διήγειρον καὶ ἄλλους ὁμοίους των καὶ ἐκατηγόρησαν καὶ ἐσυκοφάντησαν εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως τοὺς ἀνωτέρω Ἁγίους, ὁ δὲ Πατριάρχης, πιστεύσας τὰς ῥᾳδιουργίας καὶ ψευτοκατηγορίας, χωρὶς νὰ ἐξέταση ἀκριβῶς αὔτας, ἐπέβαλε ἐπιτίμια εἰς τοὺς ἀνωτέρω Ἁγίους.
Λαβόντες οὕτως θάῤῥος οἱ ἄδικοι, ἀπεθρασύνθησαν καὶ κίνησαν διωγμὸν ἐναντίον τῶν ἐκλεκτῶν καὶ Ἁγίων του Ἁγίου Ὄρους Πατέρων καὶ ἄλλους ἐξώρισαν, ἄλλους κακοποίησαν καὶ ἄλλους ὕβριζαν καπηλικώτατα. Τούτου ἕνεκεν πολλοί, βαρυθέντες τὰ σκάνδαλα, ἀνεχώρησαν ἐξ Ἅγιου Ὄρους καὶ διεσπάρησαν εἰς διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδος, διασπείραντες οὕτως τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, ὠφελήσαντες καὶ σώσαντες πολλὰς ψυχὰς ἀνθρώπων.
Μεταξὺ τῶν ἐναρέτων τούτων καὶ ἐκλεκτῶν Πατέρων ἦτο καὶ ὁ Ὅσιος Δανιὴλ μὲ τὸν ὑποτακτικόν του Ἀρσένιο. «Δίδοντες τόπον τῇ ὀργῇ» ἀνεχώρησαν ἐκ τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἐλθόντες ἐγκατεστάθησαν κατ᾿ ἀρχὰς εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Πεντέλης, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ κατὰ τὸ ἔτος ἐκεῖνο ἤρχισε ἡ Ἐπανάστασις ἐν Ἑλλάδι καὶ ἀπὸ ὅλας τὰς γωνίας τῆς Ἑλλάδος ἠνήφθη ἡ φλὸξ τοῦ πολέμου, ἠναγκάσθησαν νὰ τὴν ἐγκαταλείψουν, προειπόντος τοῦ Γέροντος Δανιὴλ τὴν λεηλασία, τὴν ἐρήμωσιν καὶ καταστροφὴ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ὑπὸ τῶν Τούρκων ὃ καὶ ἐγένετο καὶ ζήτησαν ἄσυλον εἰς τὰς νήσους Κυκλάδες, εἰς τὰς ὁποίας σχετικῶς ὑπῆρχε ἡσυχία. Κατ᾿ ἀρχὰς ἦλθον εἰς τὴν Μονὴ τῆς «Λογγοβάρδας», εἰς τὸν γνωστόν τους ἐξ Ἁγ. Ὄρους Φιλόθεον Ἡγούμενον, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἡ Μονὴ τότε εὑρίσκετο ὄχι εἰς τόσον ἀνθηρὰ κατάστασιν, λόγω τοῦ ὅτι οἱ τότε ὀλίγοι μοναχοί της μόλις ἠδυνήθησαν καὶ ἦλθον εἰς Πάρον μόνον μὲ τὰ ῥάσα ποὺ ἐφόρουν φεύγοντες τὴν κατ᾿ αὐτῶν ἐπιδρομὴ τοῦ Δράμαλη, τοὺς ἔστειλε ὁ Ἡγούμενος Φιλόθεος εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Ἁγ. Ἀντωνίου κειμένην ἐν Μαρπίσσῃ, πρὸς τὸν ἐκεῖ διαμένοντα διάσημον Ἱεραπόστολο Ἐθνοκήρυκα Κύριλλον Παπαδόπουλο ὅστις ἡσύχαζε ἐκεῖ μὲ τινὰς ἀδελφοὺς Ἁγιορείτας ἐκ τῶν λεγομένων Κολλυβάδων οἵτινες εἶχον καταφύγει ἐκεῖ πρὸς ἡσυχία. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ σάλος καὶ ἡ τρικυμία ἥτις ἠγέρθη εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος διὰ τὸ προαναφερθὲν ζήτημα τῆς συνεχοῦς Μεταλήψεως καὶ τὸ περὶ μνημοσύνων, ἤρχισε νὰ καταπαύει, οἱ ἀνωτέρω ἀδελφοὶ ὑπέστρεψαν εἰς Ἅγιον Ὄρος ἀφήσαντες τινὰς εἰκόνας (διότι ἦσαν Ἁγιογράφοι) εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν τῆς «Λογγοβάρδας», εἰς τοὺς ἀδελφοὺς τῶν μεθ᾿ ὧν εἶχον συγκακοπαθήσει καθὼς καὶ μὲ τοὺς Ἁγίους: Νικόδημον Ἁγιορείτη, Ἀθανάσιον Πάριον, Μακάριον Κορίνθου καὶ ἄλλους ἐκλεκτοὺς καὶ Ἁγίους. Ἐπειδὴ δὲ ὁ Πατὴρ Κύριλλος μόλις εἶχε ἀρχίσει νὰ ἱδρύῃ τὸ Μονύδριον τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἠναγκάσθησαν καὶ κατέφυγαν εἰς τὴν νῆσον Σίκινο καὶ κατόπιν εἰς τὴν Φολέγανδρο εἰς ἣν καὶ παρέμειναν ἀρκετὰ ἔτη, διότι οἱ Φολεγάνδριοι ἔδειξαν μεγάλην ἀγάπην, ἐκτίμησιν καὶ σεβασμὸ τοὺς παρεκάλεσαν «τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς». Ἐπειδὴ δὲ ἐστεροῦντο διδασκάλου παρεκάλεσαν τὸν Γέροντα Δανιὴλ νὰ ἐπιτρέψει εἰς τὸν ὑποτακτικόν του Ἀρσένιον νὰ ἀναλάβῃ τὴν ἐκμάθησιν γραμμάτων εἰς τὰ τέκνα των. Καμφθεὶς ὁ Γέρων Δανιὴλ εἰς τὰς παρακλήσεις τῶν ἀγραμμάτων ἐκείνων, ἀλλὰ ταπεινῶν, ἁπλοϊκῶν καὶ ἀκάκων ἀνθρώπων, τῷ ἐπέτρεψε. Ἀφ᾿ οὗ δὲ ἔλαβον τὴν συγκατάθεσιν τοῦ Ἁγίου Γέροντος οἱ Φολεγάνδριοι τὸν προέτειναν εἰς τὸν Σεβασμιώτατον τότε Θήρας καὶ τὸν ἐχειροτόνησεν Διάκονον, ἀπὸ δὲ τὴν Ἑλληνικὴν Κυβέρνησιν ζήτησαν νὰ τὸν διορίσῃ Ἑλληνοδιδάσκαλον. Ἀφ᾿ οὗ δὲ ἔλαβε τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Γέροντά του καὶ τὸν διορισμό του ἀπὸ τὴν Κυβέρνησιν, ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ἐπεδόθη μὲ ζῆλο νὰ διδάξῃ τὰ τέκνα τῶν Φολεγανδρίων ὄχι μόνον τὰ γράμματα, ἀλλὰ καὶ τὰς ἀρετάς, διότι τὰ γράμματα χωρὶς τὴν ἀρετὴν καὶ τὴν ἠθικὴ περισσότερον βλάπτουσι παρὰ ὠφελοῦσι. Τοὺς ἐδίδασκε νὰ φυλάττουσι τὰς ἐντολὰς τοῦ Κυρίου, νὰ ἀγαπῶσιν τὸν Θεὸν μὲ ὅλην των τὴν ψυχὴν καὶ καρδίαν, νὰ ἀγαπῶσι τοὺς γονεῖς των, ἀδελφούς, συγγενεῖς καὶ πάντα ἄνθρωπον, νὰ σέβονται νὰ τιμῶσι καὶ νὰ ὑπακούωσι τοὺς γονεῖς των, τοὺς ἱερεῖς, τοὺς διδασκάλους, τοὺς πρεσβυτέρους, νὰ ἀποφεύγωσι τὸ ψεῦδος, τὴν πολυλογίαν, ἀργολογία, κατάκρισιν, καταλαλιά, αἰσχρολογία, φιλονεικίαν, ἀμέλεια, ὀκνηρίαν καὶ πᾶσαν ἄλλην ἁμαρτίαν, νὰ προσεύχονται, νὰ ἐξομολογῶνται, νὰ νηστεύουν, νὰ κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, νὰ ἐπισκέπτονται τοὺς ἀσθενεῖς νὰ παρηγοροῦν τοὺς τεθλιμμένους, νὰ ἐλεοῦν τοὺς πτωχούς. Καὶ εἰς ὀλίγον καιρόν, ἀφ᾿ ἑνὸς ὁ Γέρων Δανιὴλ μὲ τὴν ἐξομολόγησιν καὶ πνευματικὴν διδασκαλία εἰς τοὺς μεγάλους, ἀφ᾿ ἑτέρου ὁ Διάκονος Ἀρσένιος μὲ τὰ γράμματα καὶ τὴν ἠθικὴ διδασκαλία εἰς τὰ μικρὰ παιδιά, κατώρθωσαν ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς Φολεγάνδρου, πλουσίους καὶ πτωχούς, μεγάλους καὶ μικρούς, ἄνδρας καὶ γυναίκας, νὰ τοὺς πλησιάσουν εἰς τὸν Θεὸν καὶ νὰ τοὺς συνδέσουν τὴν ἀγάπην, ὡσὰν νὰ ἦσαν ὅλοι μία οἰκογένεια ἠγαπημένη. Ἐνταῦθα ἤκμαζε τὸ Δαυϊδικὸν λόγιον: «Ἰδοὺ δὴ τί καλὸν ἢ τί τερπνὸν ὴ τὸ κατοικεῖν ἀδελφοὺς ἐπὶ τὸ αὐτό;» (Ψαλμ. 133) καὶ τὸ Εὐαγγελικὸν «οὐ γάρ εἰσι δυὸ ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἔμον ὄνομα ἐκεῖ εἰμὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν». (Ματθ. 18: 20).

Βίος καὶ θαύματα τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ νέου τοῦ ἐν τῇ νήσῳ Πάρῳ ἀσκήσαντος

Ἐκδοση ἕκτη
Ἱερὰ Μονὴ Χριστοῦ Δάσους
Πάρος 1996

 http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/osios_arsenios_en_parw.htm

Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος: Στόν κόσμο μέσα θά δοκιμάσετε θλίψη, ἀλλά μήν ἀπελπίζεστε!


Ο γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος
Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός ευεργέτησε την ανθρωπότητα, και ιδιαιτέρως τους συμπατριώτες του Ιουδάιους, με ποικίλες και πολύτροπες ευεργεσίες. Όμως έλαβε ως αμοιβή από τους ευεργετηθέντες ονειδισμούς, εμπτυσμούς, κολαφισμούς, μαστιγώσεις, καταφρονήσεις΄ δέχτηκε στο κεφάλι του ένα  στεφάνι πλεγμένο με αγκάθια, ποτίστηκε ξίδι και χολή και στο τέλος καταδικάστηκε με το σταυρικό θάνατο, το θάνατο της πιο μεγάλης ντροπής.
«>Αλλά και στους Μαθητές του λίγο πρίν από το σταυρικό του θάνατο  είπε:  Άν καταδίωξαν εμένα, και σας θα κυνηγήσουν.  Άν ετήρησαν το λόγο μου, και το δικό σας λόγο θα σεβαστούν και θα τηρήσουν… Επειδή δεν είστε ένα  κομμάτι απο τον αμαρτωλό κόσμο,  θα σας μισήσει ο κόσμος ο  αμαρτωλός.Στον κόσμο μέσα θα δοκιμάσετε θλίψη, αλλά μην απελπίζεστε η θλίψη θα μεταβληθεί σε χαρά και αυτή τη χαρά κανείς δεν θα μπορεί να σας την αφαιρέσει, γιατί θα είναι διαρκής, παντοτινή.
 Λοιπόν μη λυπηθείτε. Μάλλον να χαρείτε, διότι με το που σας καταφρόνησαν οι άνθρωποι που ευεργετήσατε, περισσότερο σας τίμησαν. Σας ανέδειξαν συναθλητή και συναγωνιστή όλων εκείνων των μεγάλων και επιφανών ανδρών, που έπαθαν για την αγάπη, την αλήθεια, τη δικαιοσύνη, την καλοκαγαθία και που  ο Κύριος τους εμακάρισε λέγοντας:  Μακάριοι θα είστε, όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι και σας ονειδίσουν και σας καταδιώξουν. Να χαίρεστε τότε, γιατί  ο μισθός που θα πάρετε στους ουρανούς θα είναι μεγάλος.
Ο Κύριος,  σαν ήταν κρεμασμένος επάνω στο Σταυρό, προσευχόταν για τους σταυρωτές του κι έλεγε : «Πάτερ, άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσοι», που θα πει «Πατέρα, συγχώρεσε τους, γιατί δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν». Όπως ο Κύριος, έτσι και οι περισσότεροι Άγιοι και μεγάλοι σοφοί και σπουδαίοι άνθρωποι, προσεύχονταν για τους εχθρούς, για κείνους που τους μισήσαν και τους αδικούσαν. Αυτούς να μιμηθούμε κι εμείς, για να έχουμε μεγάλο μισθό στους ουρανούς.
Διδαχές πατρικές και Θαυμαστά γεγονότα 
του Γέροντος ΦΙΛΟΘΕΟΥ Ζερβάκου (1884-1980)
 
http://imverias.blogspot.gr

Ἐχθρικές προσβολές (πατρός Φιλόθεου Ζερβάκου)

\
Ὅσες φορές σᾶς προσβάλλει ὁ ἐχθρὸς (διάβολος) εἴτε μὲ κάποιο πάθος εἴτε μὲ μελαγχολία, μὲ τὴν ἀμέλεια, τὴν ἀπελπισία, ἁρπάξτε ἀμέσως τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς, καὶ θὰ δεῖτε πόσο γρήγορα ἐξαφανίζεται καὶ δὲ μένει οὔτε ἴχνος τῆς παρουσίας του. Ὅταν σᾶς πολεμάει ὁ ἐχθρὸς νὰ ζητᾶτε τὴ βοήθεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ φύλακα Ἄγγελου τῆς ψυχῆς σας καὶ ὅλων τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων.
Μαζὶ μὲ τὴν προσευχή σας νὰ λέτε τὴ δυσκολία σας σὲ πνευματικὸ Ἱερέα, ἀλλὰ νὰ ζητᾶτε καὶ τὶς προσευχὲς καὶ συμβουλὲς τῶν ἄλλων ἀδελφῶν σας, διότι ἕνας ἀδελφὸς ποὺ βοηθιέται ἀπὸ ἄλλον ἀδελφό, γίνεται δυνατὸς σὰν τὴν ὀχυρωμένη πόλη. Γιὰ ὅλα αὐτὰ χρειάζεται νὰ ἀσκεῖται βὶα στὸν ἑαυτό σας, νὰ ἐνεργεῖτε γρήγορα καὶ μὲ γεναιότητα. 

Νὰ μεταχειρισθεῖς τέσσερα ὅπλα, ἀκαταμάχητα, κατὰ τῶν πειρασμῶν
Ὁ σατανᾶς εἶναι ὁ μισόκαλος ἐχθρός, ὁ παμπόνηρος καὶ παγκάκιστος, ποὺ μέρα καὶ νύχτα, κάθε ὥρα καὶ στιγμή, μᾶς πολεμάει, μᾶς στεναχωρεῖ καί μᾶς πειράζει. Καὶ ἄλλοτε σὰν πνευματικός σου πατέρας σὲ εἶχα συμβουλέψει πὼς νὰ ἀποφεύγεις τὶς πολύπλοκες παγίδες του καὶ νὰ φυλάγεσαι ἀπὸ τὰ πυρωμένα βέλη του. Τώρα σὲ συμβουλεύω νὰ μεταχειρισθεῖς τέσσερα ὅπλα ἀκαταμάχητα. Μὲ αὐτὰ τὰ ὅπλα, ἂν βέβαια τὰ χρησιμοποιήσεις μὲ μεγάλη προσοχή, δεξιοτεχνία, προθυμία καὶ ἀνδρεία, ὄχι μόνο θὰ μείνεις ἄτρωτος καὶ ἀβλαβὴς ἀπὸ τὰ βέλη καὶ τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ καὶ θὰ τὸν νικήσεις καὶ θὰ τὸν ἀφανίσεις.
Πρῶτο ὅπλο κατὰ τοῦ ἐχθροῦ εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. «Τὸν Κύριο ἔβλεπα συνέχεια μπροστά μου, γιὰ νὰ μὴ μὲ σαλέψει ὁ πειρασμὸς» (Ψάλμ. 15, 8· Πράξ. 2, 25). Ἐκεῖνος ποὺ σκέφτεται καὶ στοχάζεται καλὰ πὼς ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, καὶ πάντοτε εἶναι μπροστά του, μέρα καὶ νύχτα σὲ κάθε περίσταση, δὲν μπορεῖ νὰ ἁμαρτήσει. Διότι, ἀφοῦ φοβᾶται νὰ ἁμαρτήσει μπροστὰ σὲ ἕνα τιποτένιο ἄντρα ἢ γυναίκα, ἀκόμη καὶ μπροστὰ σὲ ἕνα μικρὸ παιδί, πὼς θὰ τολμήσει νὰ ἁμαρτήσει μπροστὰ στὸν Παντοδύναμο Θεό, ποὺ Τὸν τρέμουν τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, ὅλα τὰ κτίσματα ποὺ ἀναπνέουν, καὶ ποὺ μὲ ἕνα νεῦμα Τοῦ σαλεύει ὅλη ἡ γῆ; 
 
 

Δεύτερο ὅπλο εἶναι νὰ συνηθίσεις νὰ λὲς ἀκατάπαυστα τὴν εὐχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ». Αὐτὴ τὴν εὐχὴ νὰ ἀρχίζεις νὰ τὴ λές, μόλις σηκωθεῖς τὸ πρωὶ ἀπὸ τὸ κρεβάτι σου.
Νὰ τὴ λὲς καὶ ὅταν περπατᾶς στὸ δρόμο καὶ ὅταν μπαίνεις στὸ αὐτοκίνητο, στὸ τρένο, στὸ πλοῖο, στὸ ἀεροπλάνο· καὶ ἐνῶ ἐργάζεσαι, τρῶς, πίνεις, καὶ σὲ κάθε ὥρα καί περίσταση. Ἀλλὰ νὰ τὴ λὲς μὲ τὴν καρδιά σου, μὲ πίστη εὐλάβεια, ἀγάπη, πόθο καὶ βία. Ὄχι τὸ στόμα νὰ λέει: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» καὶ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ νὰ λένε ἄλλα, καὶ μάλιστα πονηρὰ καὶ ἀντίθετα.
 

Τρίτο ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ ταπείνωση δηλ. νὰ μὴν ὑψηλοφρονεῖς, ἀλλὰ τὸ φρόνημά σου νὰ εἶναι ταπεινό. Νὰ ἔχεις τὴν αἴσθηση πὼς ὅ,τι ἔχεις δὲν εἶναι δικό σου, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ. Δηλ. τὸ σῶμα σου καὶ ἡ ψυχή, ἡ ὑγεία καὶ ἡ δύναμη, ἡ σοφία, ὁ πλοῦτος καὶ ὅτι ἄλλο ἔχεις, ἀκόμη καὶ οἱ ἀρετές, οἱ ἀγαθοεργίες, οἱ προσευχές, οἱ νηστεῖες, οἱ ἐλεημοσύνες, ὅλα, ὅλα εἶναι χαρίσματα τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε κανένα καλό.
Ὅταν λοιπὸν ἔχεις ταπεινὸ φρόνημα, θὰ σὲ σκεπάζει καὶ θὰ σὲ φυλάει ὁ Θεός. Γιατί ὁ Θεὸς συγκινεῖται μὲ τὸν ταπεινὸ καὶ τὸν προσέχει, ὅπως λέει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν. Ὅταν στὶς καρδιὲς τῶν ταπεινῶν ἀνθρώπων ἀναπαύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ πλησιάσει ὁ διάβολος;
Τέλος, τέταρτο ὅπλο κατὰ τῶν παγίδων καὶ τῶν πειρασμῶν τοῦ διαβόλου, εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ καθαρή, ἡ ἀληθινή, ἡ ὁλόψυχη. Ὅποιος ἔχει αὐτὴ τὴν ἀγάπη ἔχει μαζί του τὸ Θεό, ποὺ εἶναι ἀγάπη: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰω. 4, 16). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει μαζί του τὸ Θεὸ προστάτη καὶ βοηθό, τότε ποιὸν θὰ φοβηθεῖ; Ὅπου φῶς, φεύγει τὸ σκοτάδι· ὅπου ἀλήθεια, φυγαδεύεται τὸ ψεῦδος· ὅπου ὁ Θεός, φεύγει σὰν ἀστραπὴ ὁ διάβολος.
Αὐτὰ τὰ τέσσερα ὅπλα λοιπὸν νὰ μεταχειρίζεσαι καὶ νὰ παρακαλᾶς τὸ Θεὸ νὰ σὲ βοηθάει καὶ νὰ σὲ στηρίζει. Καί, ἂν σὰν ἄνθρωπος τραυματιστεῖς ἀπὸ τὸ διάβολο, νὰ τρέχεις ἀμέσως στὸ γιατρό, στὸν πνευματικό, στὴ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση. Νὰ ζητήσεις θεραπεία καὶ θὰ τὴν ἔχεις.
Ἡ τέλεια ἀγάπη καὶ ἡ ταπείνωση κατακαίει τὸ σαρκικὸ πειρασμὸ
Ἡ ὄραση μολύνεται, ὅταν βλέπει σώματα γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν – περισσότερο γυναικῶν – ποὺ ντύνονται ἄσεμνα. Γι’ αὐτὸ καλὰ κάνεις ποὺ συμμαζεύεις τὰ μάτια σου καὶ τὸ νοῦ σου, ὥστε νὰ μὴ δεῖς ματαιότητες καὶ βρομερότητες ἀναίσχυντων γυναικῶν καὶ ἀκάθαρτων, ποὺ κατευθύνονται ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Ὅμως πιὸ ἀσφαλὲς καὶ σίγουρο ἀπό ὅλα εἶναι νὰ ἀποκτήσεις τὴν τέλεια ἀγάπη, ποὺ ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ φόβο καὶ ποὺ ποτὲ δὲν ξεπέφτει.
Γιατί ἡ τέλεια ἀγάπη σὰν φλόγα δυνατὴ κατακαίει κάθε αἰσχρὴ καὶ κακὴ ἐπιθυμία. Νὰ ἀποκτήσεις ἀκόμη καὶ τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση, ποὺ ὁ σατανάς φοβᾶται καὶ δὲν πλησιάζει. Γι’ αὐτὸ ἂς ζητοῦμε πάντοτε, μὲ θερμὴ πίστη καὶ δάκρυα, νὰ μᾶς δώσει ὁ Κύριος ταπείνωση καὶ ἀγάπη, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὶς παγίδες τοῦ παγκάκιστου ἐχθροῦ καὶ νὰ φθάσουμε μὲ ἀσφάλεια στὸ ἀκύμαντο καὶ γαλήνιο λιμάνι τῆς αἰώνιας ζωῆς καὶ ἀνάπαυσης.
Ἀπό τό βιβλίο :

 ΔΙΔΑΧΕC ΠΑΤΡΙΚΕC ΚΑΙ ΘΑΥΜΑCΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
(CΕ ΘΕΜΑΤΙΚΕC ΕΝΟΤΗΤΕC) »,
Ἰανουάριος 2006.
Ἐκδόσεις: Ὀρθόδοξος Κυψέλη.
ΠΗΓΗ
http://agiostherapon.blogspot.gr/2013/10/blog-post_30.html

Ἐπιστολὴ Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου πρὸς τὸν Ἀρχιμ. π. Χαράλαμπον Βασιλόπουλον

 Ἐπιστολὴ Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου πρὸς τὸν Ἀρχιμ. π. Χαράλαμπον Βασιλόπουλον
Ἀγαπητὲ ἐν Κυρίῳ ἀδελφὲ καὶ συλλειτουργὲ Χαράλαμπε. Ἐπειδὴ ἔφθασα εἰς βαθύτατον γῆρας, ζητῶ παρὰ τοῦ Οὐρανίου Πατρὸς ἡμῶν τὴν ἀπόλυσιν. Ἐπὶ 82 ἔτη παιδιόθεν, ἐν Ἐκκλησίαις καὶ παντὶ καιρῷ ὕμνουν καὶ ηὐλόγουν τὸν Θεὸν ἐν ὕμνοις καὶ ὠδαῖς πνευματικαῖς.
Ἐπὶ 78 ἔτη ὑπηρέτησα τὸν Θεὸν καὶ τὴν Ἁγίαν καὶ Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ὡς Μοναχός, Ἱεροδιάκονος, Ἱερομόναχος, Ἱεροκῆρυξ, Πνευματικὸς καὶ Ἡγούμενος.
Ἀκούων τὸν ἠγαπημένον Μαθητὴν τοῦ Κυρίου Ἰωάννην τὸν Θεολόγον λέγοντα· «Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτοὺς πλανῶμεν… Καὶ ἐὰν εἴπωμεν ὅτι οὐχ ἡμαρτήκαμεν, ψεύστην ποιοῦμεν αὐτόν» (Ἰωάν. Α´ Καθολ. 1, 8-10).
Ταῦτα ἀναγινώσκων καὶ ἀκούων, ἐξετάζων ἐμαυτὸν καλὰ καλὰ καὶ βαθειά, εὑρίσκω καὶ γνωρίζω καλῶς ὅτι οὔτε ἀρχὴν μετανοίας οὔτε ἀγαθόν τι ἐποίησα ἐπὶ τῆς γῆς. Εἰ δὲ καὶ ἐποίησα κάποιον ἀγαθόν, τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐμόν, ἒστι ξένον, τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Συναισθανόμενος ὅτι πρῶτος καὶ μεγαλύτερος ἁμαρτωλὸς εἶμαι ἐγώ, ὁ μὴ ποιήσας οὐ δὲν ἀγαθὸν ἐπὶ τῆς γῆς, πρὸς στιγμὴν ἀπελπίσθην καὶ εἶπον οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοὶ σωτηρία.
Ἀλλ᾽ ἀκούσας τὸν ἴδιον τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν νὰ λέγῃ ἐν Εὐαγγελίοις: «Οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλ᾽ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν…» (Ματθ. 9, 13), καὶ τὸ «Ἦλθε γὰρ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός» (Λουκ. 19, 10).

Ἀκούων δὲ καὶ τῆς Ἐκκλησίας καθ᾽ ἡμέραν νὰ ψάλλῃ: «Ὁ ἐν παντὶ καιρῷ καὶ πάσῃ ὥρᾳ, ἐν Οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς προσκυνούμενος καὶ δοξαζόμενος, Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ μακρόθυμος, ὁ πολυέλεος, ὁ πολυεύσπλαγχνος, ὁ τοὺς δικαίους ἀγαπῶν καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἐλεῶν, ὁ πάντας καλῶν πρὸς σωτηρίαν…», λαμβάνω θάρρος, ἀποδιώχνω μακρὰν τὴν ἀπελπισίαν καὶ πιστεύων καὶ ἐλπίζων ὅτι ὁ Θεὸς θὰ ποιήσῃ ἔλεος καὶ εἰς ἐμὲ τὸν ὑπὲρ πάντας τοὺς ἀνθρώπους ἁμαρτήσαντα, ὡς ὁ Δαβὶδ κράζω καὶ βοῶ: Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός Σου, καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν Οἰκτιρμῶν Σου ἐξάλειψον πάσας τὰς ἀνομίας καὶ κακοπραγίας μου. Δέξαι με ὥσπερ τὸν Ἄσωτον υἱόν, τὸν Τελώνην, τὴν Πόρνην, τὸν Δαβίδ, τὸν Ληστήν, εἰσάγαγέ με εἰς τὸν Οὐράνιόν Σου Νυμφῶνα καὶ σῶσόν με ὡς Ἀγαθὸς καὶ Φιλάνθρωπος καὶ Ἐλεήμων Θεός….
Μὴ λυπηθῆτε παρακαλῶ διὰ τὸν πρόσκαιρον χωρισμόν, διότι μετ᾽ ὀλίγον θὰ ἴδωμεν ἀλλήλους καὶ θὰ χαρῶμεν τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποίαν οὐδεὶς δύναται νὰ μᾶς τὴν ἀφαιρέση. Θαρσεῖτε, μείνατε ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀγάπης. Στερεοὶ εἰς τὴν ὀρθὴν Πίστιν καὶ τὰς Ἀποστολικὰς καὶ Πατρικὰς Παραδόσεις.
Μὴ ἀμνημονεῖτε τῶν Ἁγίων ἐνδόξων Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ὀλίγοι ὄντες τὸν ἀριθμόν, διὰ τῆς πίστεως καὶ ἀγάπης, ἐνίκησαν τὸν κόσμον καὶ ἐκπληττόμενοι ἔλεγον: «Αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Α´ Ἰωάν. 5, 4), καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Διδάσκαλον ἡμῶν, πρὸς ἀλλήλους, ἀκόμη καὶ πρὸς τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν.
Ὡσαύτως μὴ λησμονεῖτε τὴν ἀγάπην τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν καὶ τὴν ἐντολήν: «Ταῦτα ἐντέλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», (Ἰωάν. 15, 17), «μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ ἐμῇ» (Ἰω. 15, 9). «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α´ Ἰωάν. 4, 16). «Μάθετε ἀπ᾽ ἐμοῦ, ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθ. 11, 29), «οὐχὶ μόνον νὰ μάθετε ἀλλὰ καὶ νὰ πράττετε. Καὶ ὅτι ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν. Ὅταν δὲ ὁ Θεὸς μεθ᾽ ἡμῶν οὐδεὶς καθ᾽ ἡμῶν».
Ἐπίσης μὴ λησμονεῖτε νὰ ζητῆτε τὴν βοήθειαν καὶ συμμαχίαν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ νικᾶτε πάντοτε καὶ νὰ μὴ νικᾶσθε. Ὁ Θεὸς θὰ εἶναι πάντοτε μεθ᾽ ἡμῶν.
Μετὰ τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφικῆς ἀγάπης
Ἀρχιμ. Φιλόθεος Ζερβάκος

Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φυλ. 2000, 29 Νοεμβρίου 2013

Σπάνιες φωτογραφίες τοῦ ὁσίου Φιλόθεου Ζερβάκου τῆς Πάρου (8/5/1884-8/5/1980)


ΣΠΑΝΙΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ (8/5/1884-8/5/1980)





http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2014/01/851884-851980.html

«Νύκτα εἶδον κατ” ὄναρ ὅτι εὐρέθην ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐντός τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Ἁγίας Σοφίας» – Ὁπτασία τοῦ μακαριστοῦ γέροντος π. Φιλόθεου Ζερβάκου

«Νύκτα τινά είδον κατ΄ όναρ ότι ευρέθην εν Κωνσταντινουπόλει εντός του Ιερού Ναού της του Θεού Αγίας Σοφίας, ιστάμενος μόνος εις το αριστερόν κλίτος του Ναού. Εις το δεξιόν κλίτος ευρίσκοντο άνδρες και γυναίκες ολοφυρόμενοι και γοερώς κλαίοντες. Τινές ήλθον προς με και κλαίοντες μοι είπον. Ο Πατριάρχης και ο Βασιλεύς εκοιμήθησαν και δεν εγείρονται. σε παρακαλούμεν ελθέ να τους εγείρης. Έσπευσα και είδον τον Πατριάρχην ενδεδυμένον την πατριαρχικήν στολήν, εξηπλωμένον κείμενον ωσεί νεκρόν εν τω εδάφει του Ναού. Κατ΄ αρχάς τω εφώνησα μεγαλοφώνως:Εγέρθητε Μακαριώτατε, λυπηθήτε το ποίμνιόν σας, τους χριστιανούς οι οποίοι κλαίοντες και οδυρόμενοι αναμένουν να εξυπνήσετε. Αλλ΄ επειδή ο Πατριάρχης έμενε νεκρός ακίνητος, επλησίασα, έθεσα την δεξιάν μου επί τον νώτον αυτού και προσεπάθουν να τον εγείρω. Μετά πολλού κόπου τον εσήκωσα έως δύο σπιθαμάς, αλλ΄ ήτο τόσον βαρύς, ώστε η χειρ μου εκ του βάρους ησθανόμην ότι εκινδύνευε να εξαρθρωθεί, και μη δυνάμενος να τον κρατήσω έπεσε πάλιν ως νεκρός.Μετ΄ ολίγον η χειρ μου η δεξιά η οποία έτρεμε και επόνει έπαυσε να πονεί και να τρέμει και τότε έτρεξα εις τον Βασιλέα, όστις ωσαύτως εκοιμάτο ως νεκρός ανακείμενος 6 – 7 μέτρα μακράν του Πατριάρχου. Προσεπάθησα, κατέβαλον πάσας τας σωματικάς μου δυνάμεις να τον εγείρω, αλλ΄ εστάθη αδύνατον. Επάνω εις την μεγάλην μου αγωνίαν και την θλίψιν μου, ην είχον διότι δεν ηδυνήθην να εξυπνήσω τον Πατριάρχην και τον Βασιλέα, εξύπνησα.
Ο μεν Πατριάρχης εικονίζει την Εκκλησίαν, την οποίαν αντιπροσωπεύει, ο δε Βασιλεύς εικονίζει την πολιτείαν. Και η Εκκλησία και η πολιτεία και οι τούτων άρχοντες εις τας παρούσας πονηράς ημέρας κοιμώνται τον βαρύτατον ύπνον της αμελείας και της ραθυμίας. Εάν δεν εξυπνήσουν και δεν εγερθούν, εάν δεν εξυπνήσουν δε και τον κλήρον και τον λαόν εις ματάνοιαν, εις εργασίαν των εντολών του Θεού, των αρετών και των καλών έργων, θα δώσουν λόγον εν ημέρα κρίσεως και θα τιμωρηθώσι»
ΠΗΓΗ : Ο ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ (Ο ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ 1884 – 1980), ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1980, σ. 586 κ.ε.
Αναρτήθηκε από AMHN

Στάσου ἐδῶ νὰ γνωρίσῃς τὰ τεράστια τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου.ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ


 

   Τὰ διδακτικὰ καὶ θαυμαστὰ ἱστορικὰ αὐτὰ γεγονότα τοῦ τεύχους αὐτοῦ προέρχονται ἀπὸ τὸ ψυχωφελεστατο βιβλίο ΟΠΤΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΖΩΗ τῶν ἐκδόσεων Ὀρθοδόξου Κυψέλης.
   Σὲ κάποια χώρα πλησίον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὀνομαζομένην Ἄβυδο, κατοικοῦσε ἕνας ὀρθόδοξος καὶ εὐλαβὴς χριστιανὸς μὲ τὴν ἐπίσης ἐνάρετη καὶ θεοφιλῆ σύζυγό του Σοφιανὴ κατὰ τὸ ἔτος 1607.
 Κάποια φορὰ ἀσθένησε ἡ Σοφιανὴ καὶ παρέμεινε στὸ κρεββάτι ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρες χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ σήκωση οὔτε τὸ κεφάλι της. Κατὰ τὴν δύσι τοῦ ἡλίου τῆς 3ης Αὐγούστου ἅπλωσε τὰ χέρια της στὸν οὐρανὸ καὶ φάνηκε σὰν νὰ ἐξέπνευσε. Ὅλοι οἱ συγγενεῖς της τότε ἑτοίμαζαν τὰ ἁρμόδια γιὰ τὴν ταφὴ χωρὶς νὰ μποροῦν ἀπὸ κανέναν νὰ παρηγορηθοῦν. Διεπίστωσαν ὅμως ὅτι κάτω ἀπὸ τὸν ἀριστερὸ μαστό της τὸ μέρος ἐκεῖνο ἦταν θερμό, ὁπότε καὶ τὴν ἄφησαν ἀσαβάνωτη μέχρις ὅτου τελείως νεκρωθῆ.
 Ἐν τῷ μεταξὺ ἦλθε καὶ ἡ κατὰ σάρκα ἀδελφή της καὶ μέσα στὴν ἀπελπισία καὶ τὸν πόνο της ἐπῆρε κρύο νερὸ καὶ ἐράντισε τὴν Σοφιανὴ ἡ ὁποῖα συνῆλθε καὶ εἶπε τὰ ἑξῆς στὴν ἀδελφή της Ἄννα: «Καλλίτερα νὰ μὴν εἶχες ἔλθει, ἀδελφή μου, ἐδῶ διότι περισσότερη ζημία καὶ θάνατο μοῦ προξένησες, παρὰ ζωὴ πρόσκαιρη, διότι οἱ φωνές σου μὲ ἐξέβαλαν ἀπὸ τὸν φωτεινὸ ἐκεῖνο Παράδεισο καὶ τὴν ἀνέκφραστη δόξα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀπελάμβανα. Ἔπρεπε, ἄθλια, ὅταν μὲ εἶδες νεκρή, νὰ χαιρόσουν περισσότερο καὶ νὰ εὐχαριστοῦσες τὸν Θεό, παρὰ τώρα ὅπου μὲ βλέπεις καὶ ἀνέζησα».
 Ἀφοῦ εἶπε καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ ἔγινε καλλίτερα τῆς ἐζήτουν οἱ παρευρισκόμενοι νὰ διηγηθῆ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶδε στὴν ἄλλη ζωή. Ἐκείνη ἐζήτησε Πνευματικὸ νὰ τὰ ἐξομολογηθῆ καί, ἐὰν ἐκεῖνος κρίνη ὅτι εἶναι εὔλογο, νὰ τὰ μάθουν καὶ ἄλλοι. Ἦλθε λοιπὸν ὁ Πνευματικὸς Ἰερόθεος Κουκοζέλης, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου Κύπρου, ὁ ὁποῖος μὲ πατριαρχικὴ προσταγὴ ἦλθε γιὰ νὰ ἐξομολόγηση τὴν Σοφιανή, ἡ ὁποία καὶ διηγήθηκε τὰ ἑξῆς:
 «Καθὼς σηκώθηκα καὶ ἀνεκάθισα στὸ κρεββάτι μου, λιποθύμησα καὶ βλέπω μπροστά μου ἕνα ἀστραπόμορφο νεανία, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε στὰ χέρια του ἕνα χρυσὸ δοχεῖο γεμάτο νερὸ καὶ μοῦ εἶπε: Σοφιανή, γνωρίζω ὅτι ἔχεις μεγάλη δίψα καὶ ἡ καρδιά σου φλέγεται ἀπὸ τὴν ἀσθένεια. Ἂν ὅμως πιῆς αὐτὸ τὸ ζωοπάροχο νερό, θὰ ὑγιαίνης στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα καὶ θὰ ἔχης παντοτεινὴ χαρά. Ἐγώ, ἀκούοντας αὐτά, ἐσκίρτησα ἀπὸ χαρά, καὶ ἄλλο τίποτε δὲν ἤθελα παρὰ νὰ βλέπω τὸν φαινόμενο ἐκεῖνο νέο. Ὅταν ἔλαβα τὸ ποτήρι αὐτὸ στὰ χέρια μου γιὰ νὰ τὸ πιῶ, δὲν ξέρω πῶς, ἁρπάχθηκα ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ ἐπὶ τρία ἡμερονύκτια ἔλειπα ἀπὸ τὸ σῶμα, ἡ δὲ ψυχή μου ἀκολούθησε ἐκεῖνο τὸν νέο καὶ ἀνεβαίναμε στὸν οὐρανό. Ἐπεράσαμε ἑπτὰ σφαιροειδεῖς κύκλους τοῦ οὐρανοῦ μέσα σὲ σκότος βαθὺ καὶ κατόπιν φθάσαμε σ᾿ ἕνα φωτεινὸ καὶ πανευώδη τόπο, πρὸ τοῦ ὁποίου εὑρίσκοντο δυὸ ὑψηλὲς καὶ πανθαύμαστες πύλες. Ἡ δεξιὰ ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ καθαρὸ χρυσὸ καὶ πολύτιμους λίθους, ἐνῶ ἡ ἀριστερὰ ἀπὸ χαλκὸ καὶ ἀναμμένο σίδερο, ποὺ φαινόταν σὰν φλογεροὶ ἄνθρακες. Γύρω ἀπὸ αὐτὴν ἐστέκοντο πλῆθος ἀπὸ φρικωδέστατους ὠπλισμένους γίγαντες ποὺ ἐφύλαττον τὴν πύλη καὶ ἐγὼ τότε ἔμεινα ἄφωνος ἀπὸ τὸν φόβο μου.
 – Μοῦ λέγει ὁ ὁδηγός μου: Βλέπεις, ἀδελφή, αὐτὲς τὶς πύλες; Αὐτὲς εἶναι οἱ πύλες τῆς δικαιοσύνης καὶ ἡ μὲν χρυσὴ εἶναι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ἡ δὲ σιδερένια τῆς κολάσεως τῶν ἁμαρτωλῶν.
 Ἀφήσαντες αὐτὲς τὶς πύλες ἀνεβήκαμε ψηλότερα σὲ φωτεινότερο τόπο, ὅπου ἐστέκοντο ἄπειρα πλήθη φωτομόρφων ἀνδρῶν τῶν ὁποίων οἱ θέσεις δὲν ἦταν ὅλες σὲ ἕνα τόπο, ἀλλὰ ἄλλου ἦταν ψηλότερα καὶ ἄλλου χαμηλότερα.
 Τότε ὁ ὁδηγός μου μὲ τοποθέτησε ἀνάμεσα στοὺς ἀγγέλους καὶ μοῦ εἶπε: Σοφιανή, ἐδῶ σκύψε καὶ προσκύνησε. Ἀμέσως τότε ἐγὼ ἔσκυψα καὶ προσκύνησα μὲ πολὺ φόβο, ἀλλὰ ποιὸν προσκύνησα δὲν εἶδα. Ἐκεῖνος πάλι μ᾿ ἐσήκωσε καὶ μοῦ εἶπε: Στάσου ἐδῶ νὰ γνωρίσης τὰ τεράστια τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου, καὶ μετὰ τὰ λόγια αὐτὰ εἶδα ἕνα πύρινο, λαμπρὸ καὶ βασιλικὸ θρόνο, κάτω ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἦταν ἕνα ἀνθρώπινο χέρι τὸ ὁποῖο κρατοῦσε μία ζυγαριά.
 Γύρω ἀπὸ αὐτὸν τὸν θρόνο ἐστέκοντο ἀναρίθμητα πλήθη ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι ἀνέβαιναν ἀπὸ τὴν ὁδὸ ποὺ ἦλθα καὶ ἐγώ, μεταφέροντας ψυχὲς ἀνθρώπων, ἀνδρῶν, γυναικῶν καὶ παιδιῶν καὶ ὅταν τὶς ἀνέβαζαν ἐδῶ, ἔλεγαν: Προσκυνᾶτε, καὶ ἐκεῖνες οἱ ψυχὲς προσκυνοῦσαν, ὅπως δηλαδὴ ἔκανα καὶ ἐγώ. Ἐπάνω στὸν φοβερὸ θρόνο, μέσα σὲ φωτεινὲς νεφέλες, καθόταν ὁ Δεσπότης Χριστός, ἐνδεδυμένος ἕνα γαλαζοπόρφυρο ἔνδυμα. Ἐγὼ ἀπὸ τὴν δυνατὴ λάμψι τοῦ προσώπου Του, δὲν μπόρεσα νὰ Τὸν ἀτενίσω. Οἱ παριστάμενοι ἄγγελοι ἔψαλλαν τό: Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος ὁ Ὢν καὶ προὼν καὶ φανεῖς ὡς ἄνθρωπος Θεός, ἐλέησον τὸ πλάσμα σου. Ἐνῶ ἄλλοι ἀγγελικοὶ χοροὶ ἔψαλλαν τό: Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαὼθ πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ τῆς δόξης Σου. Ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν μαζί μας ἔψαλλαν τό: Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἄνθρωποις εὐδοκίᾳ, ἄλλοι δὲ ἔψαλλαν τό: Ἀλληλούϊα ἀνὰ τρεῖς φορές, ἐνῶ ἄλλοι τό: Ἀμήν, Ἀμήν, Ἀμὴν καὶ οὐδέποτε ἔπαυαν τὴν δοξολογία τους.
 Ἀπὸ τὰ δεξιὰ τοῦ Χριστοῦ στεκόταν ἡ Θεοτόκος καὶ ἀριστερὰ ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ὅπως τοὺς εἰκονίζουν οἱ ἁγιογράφοι. Οἱ ἄγγελοι, ὅταν ἐτελείωναν τὴν δοξολογία τους, προσκυνοῦσαν τὸν Κύριο κλίνοντες τὶς κεφαλές τους, ὁ δὲ Κύριος ὕψωνε τὰ ἄχραντα χέρια Του καὶ τοὺς εὐλογοῦσε. Ἀπὸ τὰ Δεσποτικὰ δάκτυλα τῶν χεριῶν Του ἔπεφταν ποταμηδὸν πολύτιμοι λίθοι καὶ μαργαρίτες, πράγμα τὸ ὁποῖο βλέποντας ἐγώ, ἔφριξα καὶ ρώτησα τὸν ὁδηγό μου τί εἶναι αὐτὰ τὰ μυστήρια, Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε:
 – Βλέπεις, Σοφιανή, τοὺς μαργαρίτες καὶ τοὺς πολύτιμους λίθους ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ δεξὶ χέρι τοῦ Δεσπότου καὶ κατέρχονται στὴν γῆ; Αὐτοὶ εἶναι τὸ ἄφατο ἔλεός Του, ἡ ἄπειρος ἀγάπη, τὴν ὁποία ἔχει πρὸς τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν καὶ γι᾿ αὐτὸ πέμπει τὴν εὐλογία Του στὰ σπίτια τῶν ἀγαθῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ποὺ φυλάττουν ἀπαρασάλευτη τὴν πίστι σ᾿ Αὐτὸν καὶ σὲ ὅσους ἐξομολογοῦνται καθαρὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ἐφαρμόζουν τὶς θείες ἐντολὲς καὶ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ θελήματα τοῦ διαβόλου, ὅλους αὐτοὺς τοὺς εὐλογεῖ καὶ τοὺς λυτρώνει ἀπὸ κάθε κακό. Αὐτοὶ ποὺ ἐλεοῦν καὶ ἀγαποῦν τὸν πλησίον τους, ἀπολαμβάνουν ζῶντες αὐτὲς τὶς εὐλογίες καὶ μετὰ τὸν θάνατό τους κληρονομοῦν τὴν ἐδῶ διαμονὴ καὶ μακαριότητα.
 Οἱ φλογοειδεῖς πύρινοι κόμποι ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ ἀριστερό Του χέρι σημαίνουν τὸν θυμό, τὴν ὀργὴ καὶ τὴν ἀγανάκτησί Του γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κάνουν ἁμαρτωλὴ ζωὴ καὶ ἀδικοῦν τὸν πλησίον τους. Αὐτοὶ ὄχι μόνο στεροῦνται τὴν πρόσκαιρη ζωή, ἀλλὰ καὶ παραπέμπονται στὸ αἰώνιο πῦρ γιὰ νὰ κολάζωνται μὲ τοὺς ἀκάθαρτους δαίμονες.
 Ἀριστερὰ ἀπὸ τὸν θρόνο καὶ τὴν ζυγαριά, ποὺ εἴπαμε, διακρινόταν μέγα χάσμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἐξερχόταν ἀφόρητη δυσωδία, θειαφώδης αὔρα καπνοῦ καὶ ἀναρίθμητες σπαρακτικὲς φωνὲς ἀνθρώπων ποὺ συνεχῶς ἐφώναζαν τό: «οὐαὶ καὶ τὸ ἀλλοίμονο».
 Οἱ ἄγγελοι ἔφερναν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν γῆ καί, ἀφοῦ προσκυνοῦσαν, τὶς ὡδηγοῦσαν σὲ ἐξέτασι ὅλων τῶν ἔργων τους ποὺ ἔκαναν στὴν γῆ, καὶ τὰ μὲν καλὰ τὰ ἔθεταν στὸ δεξὶ μέρος τῆς ζυγαριᾶς τὰ δὲ πονηρὰ στὸ ἀριστερό της. Κατόπιν τὶς σεσωσμένες καὶ ἅγιες ψυχὲς ἔδινε ἐντολὴ ὁ Χριστὸς καὶ τὶς ὡδηγοῦσαν οἱ ἄγγελοι στὸν τόπο ποὺ εὑρισκόταν ἡ χρυσὴ πύλη, ἐνῶ τὶς ἀμετανόητες καὶ ἁμαρτωλὲς ψυχὲς τὶς ἔρριχναν σὲ ἐκεῖνο τὸ χάος τῆς ἀβύσσου. Τότε οἱ ἄγγελοι ἐχαίροντο καὶ εὐφραίνοντο γιὰ τὶς σεσωσμένες ψυχές, ἐνῶ ἐλυποῦντο καὶ ἐσκυθρώπαζον γιὰ τὶς κολασμένες.
 Ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἔφεραν οἱ ἄγγελοι μία ψυχή, τῆς ὁποίας ἐπλεόναζαν οἱ ἁμαρτίες της ἀπὸ τὰ ἀγαθά της ἔργα καὶ ἐπρόκειτο ὁ Κύριος νὰ κάνη νεῦμα στοὺς ἀγγέλους νὰ τὴν ρίξουν στὸ χάος. Τότε ὅμως παρουσιάσθηκε μπροστὰ ἡ Κυρία Θεοτόκος καὶ ὁ Τίμιος Πρόδρομος καὶ παρακαλοῦσαν τὸν Κύριο λέγοντας: «Οἱ οἰκτιρμοί Σου, Μακρόθυμε, νικοῦν τὴν ὀργή Σου· ἂν καὶ εἶναι ἁμαρτωλὴ αὐτὴ ἡ ψυχή, δὲν ἔπαυσε νὰ φυλάγη τὴν ἀληθινὴ σὲ Σένα πίστι καὶ γι᾿ αὐτὸ Σὲ ἱκετεύουμε νὰ τὴν συγχώρησης». Ἐνῶ αὐτοὶ παρακαλοῦσαν τὸν Χριστό, ἦλθαν καὶ οἱ ἄγγελοι προβάλλοντες τὶς ἐλεημοσύνες, τὶς Λειτουργίες, τὰ κεριά, τὸ λάδι, τὶς προσφορὲς καὶ τὰ μνημόσυνα τὰ ὁποῖα ἔκανε. Ἀκόμη ἀνέβηκαν καὶ οἱ προσευχὲς τῶν ἱερέων, οἱ ὁποῖοι λειτουργοῦσαν γι᾿ αὐτὴ τὴν ψυχὴ καὶ οἱ ἀγαθοεργίες τῶν γονέων καὶ συγγενῶν της ποὺ προσφέρθησαν στοὺς πτωχοὺς γιὰ τὴν ἀνάπαυσί της. Ἐπὶ πλέον ἀκούσθηκαν οἱ δεήσεις τῶν πτωχῶν, ποὺ ἔλαβαν τὶς ἐλεημοσύνες ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς της, λέγοντες τό: «Ὁ Θεὸς νὰ τὴν συγχώρηση».
 Τότε ἀκούσθηκε ἡ φωνὴ τοῦ Δεσπότου νὰ λέγη: «Ἰδοὺ γιὰ τὴν δέησι τῶν ἱερέων μου καὶ τῶν ἀδελφῶν μου τῶν πτωχῶν, δίνω συγχώρησι σ᾿ αὐτὴ τὴν ψυχή». Ἐνῶ λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ νεύση ὁ Κύριος μὲ τὸ δεξί Του χέρι νὰ βάλουν οἱ ἄγγελοι τὴν ψυχὴ αὐτὴ μαζὶ μὲ τοὺς δικαίους, ἔφθασαν στὸν Θρόνο Του οἱ ὁδυρμοί, οἱ φωνές, τὰ μοιρολογήματα καὶ οἱ ἀγανακτήσεις τῶν γονέων της καὶ οἱ βλασφημίες κατὰ τοῦ Θεοῦ, τὶς ὁποῖες ἔλεγαν ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὴν θλίψι τους καὶ ἔτσι ἐξεδήλωναν τὴν ἀπιστία τους στὸ ἑνδέκατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν». Ὅταν συνέβησαν αὐτά, ὠργίσθηκε πολὺ ὁ Κύριος καὶ εἶπε: «Ἐπειδὴ δὲν ἀρκέσθηκαν στὶς δεήσεις τῶν ἱερέων μου, ἀλλὰ καὶ ἀντιμάχονται ἐναντίον μου, νὰ σηκώσετε αὐτὴ τὴν ψυχὴ καὶ νὰ τὴν ρίψετε στὸ σκότος τὸ ἐξώτερο». Οἱ ἄγγελοι τότε πολὺ λυπήθηκαν γι᾿ αὐτὴ τὴν ψυχή, ἀλλὰ κάνοντας ὑπακοὴ στὸν Χριστό, ἐπῆραν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ἔριξαν στὸ ἀχανὲς ἐκεῖνο βάραθρο τῆς κολάσεως. Τότε ἔτολμησα καὶ ἐγὼ ἡ ταλαίπωρη νὰ ρωτήσω τὸν ὁδηγὸ ἄγγελό μου: «Γιατί, Κύριέ μου λυποῦνται τόσο πολὺ οἱ ἄγγελοι, ὅταν ρίχνεται κάποια ψυχὴ στὸ βάραθρο τῆς κολάσεως;»
 Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε: «Αὐτὸ τὸ χάος εἶναι ἐκεῖνο ποὺ χωρίζει τοὺς δικαίους ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ βυθίζει ὅσους πέσουν στὸν ἀφώτιστο αὐτὸ τόπο τοῦ Ἅδου, στὸν ὁποῖο κολάζονται αἰωνίως. Ἐὰν ἔχουμε ὅλοι οἱ ἄγγελοι χαρὰ γιὰ τοὺς σεσωσμένους, πολὺ περισσότερο ἔχουμε λύπη γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κολάζονται».
 Ἐνῶ μοῦ ἔλεγε αὐτὰ ὁ ἄγγελός μου, ἀκούω ξαφνικὰ μεγάλο θόρυβο, διότι ἤρχοντο ἄγγελοι φέροντες μία ψυχὴ μὲ ψαλμωδίες καὶ θυμιάματα, λαμπάδες καὶ φωτοχυσίες. Αὐτὴ ἡ ψυχὴ ἐρχόταν μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ παρρησία, οἱ δὲ ψυχὲς τῶν δικαίων ἦλθαν γιὰ νὰ τὴν προϋπαντήσουν. Εἶχε ἡ μακάρια αὐτὴ ψυχὴ τὸ ἔνδυμά της λευκὸ καὶ καθαρὸ σὰν τὸν ἥλιο καὶ δὲν ἔφερε καμμία κηλίδα ἢ στίγμα ἁμαρτίας, ὅπως εἶχαν οἱ ἄλλες ψυχές. Τὸ ἔνδυμα αὐτὸ νομίζω ὅτι θὰ ἦταν ἡ στολὴ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, τὸ ὁποῖο ἐφύλαξε ἀμόλυντο καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔλαμπε τόσο πολύ. Ἦλθε λοιπὸν αὐτὴ ἡ ψυχὴ καὶ προσκύνησε, ὅπως ὅλες κατὰ τὴν συνήθειαν. Τότε ὅλοι οἱ ἄγγελοι ἐβόησαν μεγαλόφωνα λέγοντας: «Σὲ εὐχαριστοῦμεν, Παντοκράτωρ Δέσποτα, διότι εἴδαμε ψυχὴ δικαίου καθαρὴ καὶ ἀμόλυντη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία». Τότε ἀκούσθηκε βροντώδης ἡ φωνὴ τοῦ Δεσπότου λέγουσα: «Πάρετε αὐτὴ καὶ νὰ τὴν ἀναπαύσετε μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους». Ἔπειτα στρέφοντας τὸν λόγο του καὶ τὸ χέρι Του πρὸς ἐμένα, εἶπε: «Νὰ ὁδηγήσετε καὶ τὴν Σοφιανὴ αὐτὴ στὶς κατοικίες καὶ μονὲς τῶν ἁγίων μου, γιὰ νὰ τὶς ἰδῆ· ἐπειδὴ ὅμως τὴν ἀναζητοῦν πολλοὶ στὸν κόσμο, νὰ τὴν ἐπιστρέψετε στὸ σῶμα της γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὴν ἐξιστόρησι αὐτῆς τῆς ὀπτασίας ποὺ ἀξιώθηκε ἐδῶ νὰ ἰδῆ. Ἂν ἀγωνισθῆ νὰ ἀπόκτηση καὶ ἄλλες ἀρετὲς καὶ εὐδοκίμηση τελείως, τότε θέλει νὰ ἀξιωθῆ μετὰ ἀπὸ τρεῖς χρόνους ν᾿ ἀπολαύση μεγαλύτερες τιμές».
 Μὲ αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ Δεσπότου μὲ ἅρπαξε ὁ ἄγγελος καὶ ἀκολουθήσαμε ἐκείνη τὴν δικαία ψυχή, ἑνωθέντες μὲ ἄλλες σεσωσμένες ψυχές. Φθάσαμε μπροστὰ ἀπὸ τὴν χρυσὴ ἐκείνη πύλη τοῦ Παραδείσου. Ξαφνικὰ εἶδα μπροστά μου τὴν Κυρία Θεοτόκο μὲ ἀνέκφραστη δόξα καὶ μαζί της ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε στὰ χέρια του κλειδιά. Ἄνοιξε τὴν ὡραία ἐκείνη πύλη καὶ μπῆκε πρώτη ἡ Θεοτόκος κατόπιν ὁ Πέτρος καὶ μετὰ οἱ ἄγγελοι μὲ τὶς ψυχὲς ποὺ μετέφεραν. Μὲ αὐτοὺς ἐπήγαινα καὶ ἐγὼ βιαζόμενη νὰ συμπορεύωμαι μὲ τὴν Θεοτόκο. Ὁ τόπος αὐτὸς ἦταν τόσο φωτοστόλιστος καὶ πανευώδης, ὥστε ἐθαύμαζα καὶ ἐχαιρόμουν ἀνεκδιήγητα. Τὸ ἔδαφος ἐκεῖνο δὲν ὠμοίαζε μὲ τὴν στερεὰ γῆ τὴν δική μας, ἡ ὁποία ἔχει ἀνηφόρες, κατηφόρες, πέτρες, ποτάμια καὶ ὅσα ἄλλα βλέπουμε, ἀλλὰ ἦταν λευκὴ σὰν τὸ καθαρὸ βαμβάκι ἢ χρυσὸ ὕφασμα στολισμένο μὲ ποικίλους πολύτιμους λίθους καὶ μαργαριτάρια. Εἶδα ἐπίσης δένδρα ὑψηλά, εὐώδη καὶ κατάφορτα ἀπὸ ἄνθη καὶ ὡραιότατους καρπούς, ποὺ ὠμοίαζαν μὲ ρόδα καὶ κρίνα. Κάτω ἀπὸ τὰ δένδρα ἐφαίνοντο ὅτι ἦταν χρυσοπόρφυρα στρώματα ἐπάνω στὰ ὁποῖα ἀναπαύοντο ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιά, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἐγνώρισα πολλοὺς ἀπὸ τὴν πατρίδα μου τὴν Ἄβυδο καὶ ἀπὸ τὴν πόλι αὐτή, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πεθάνει.
 Ἐκεῖ εἶδα τὸν ἱερέα πατέρα μου Ἰωάννη καὶ τὴν μητέρα μου Ἀναστασία καὶ μία ἀδελφή μου, πλὴν ὅμως δὲν μπόρεσα νὰ τοὺς πλησιάσω καὶ νὰ τοὺς μιλήσω. Οἱ κατοικίες τους δὲν ἦταν ὅμοιες, ὅπως δὲν ἦταν ὅμοιες οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ ἔργα τους ἐδῶ στὴν γῆ. Βαδίζοντας ἀκόμη πρὸς τὰ ἐμπρὸς εἶδα καὶ τοὺς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἦταν σὲ ὑψηλὸ καὶ φωτεινώτερο τόπο καὶ περιπατοῦσαν ὅλοι λευκοφορεμένοι καὶ ἐνδεδυμένοι μὲ λαμπρότατο φῶς. Ἐνῶ τότε ἀναρωτιόμουν μὲ τὸν ἑαυτό μου, ποιοὶ νὰ εἶναι ἄραγε αὐτοί, ἐστράφη ἡ Θεοτόκος πρὸς ἐμένα καὶ μοῦ εἶπε: «Σοφιανή, βλέπεις τὶς ἀναπαύσεις τῶν Ἁγίων; Βάδιζε γρήγορα νὰ προφθάσης καὶ προσκύνησης τὸν δίκαιο Ἀβραάμ, διότι δὲν θὰ τὸν ἰδῆς καθὼς τὸ ποθεῖς». Τότε ἔτρεξα ἐγὼ καὶ εἶδα ἀπὸ μακριὰ τὸν Ἀβραάμ νὰ κάθεται σ᾿ ἕνα ὡραιότατο θρόνο καὶ γύρω του ἀναρίθμητες ψυχὲς μὲ πολλὴ εὐφροσύνη καὶ χαρά. Ἐγὼ ἔτρεχα νὰ τὸν ἰδῶ καὶ νὰ τὸν ἀπολαύσω, ὁπότε μὲ εἶδε ἐκεῖνος καὶ μοῦ ἔνευσε νὰ τὸν πλησιάσω. Παίρνοντας περισσότερο θάρρος ἔτρεχα γιὰ νὰ τὸν φθάσω, ἀλλὰ ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἄκουσα τὶς φωνὲς τῆς ἀδελφῆς μου καὶ μὲ τὸ κρύο νερὸ ποὺ ἐράντισε τὸ πρόσωπό μου, ἐπανῆλθα στὸν ἑαυτό μου καὶ αἰσθάνθηκα μεγάλο βάρος καὶ ψυχρότητα στὸ σῶμα μου, ὡσὰν νὰ μοῦ ἦταν πάγος. Σιγὰ-σιγὰ ἐμψυχώθηκε τὸ σῶμα καὶ συνῆλθα τελείως».
 Ἀφοῦ ἄκουσε αὐτὰ μὲ προσοχὴ ὁ Πνευματικός της τὴν ἐρώτησε:
 – Εἶδες κανένα ἄλλο μυστήριο, παιδί μου; Εἶδες δαιμόνια τελωνιακά, κολάσεις ἁμαρτωλῶν, ὅπως βλέπουν πολλοὶ ἄλλοι;
 Ἡ Σοφιανὴ ἀποκρίθηκε:
 – Δὲν εἶδα τίποτε περισσότερο, πάτερ μου.
 – Γνωρίζεις κανένα ἀγαθό, τὴν ἐρωτᾶ ὁ ἱερεύς, ποὺ νὰ ἔπραξες στὴν ζωή σου;
 – Τί καλὸ ζητεῖς ἀπὸ ἐμένα τὴν ἁμαρτωλή, πάτερ; Ἀλλά, ἐπειδὴ μὲ ἀναγκάζεις, θὰ σοῦ εἰπῶ αὐτὸ ποὺ γνωρίζω. Πρὶν τρία χρόνια, ἐκεῖ ποὺ ἔγνεθα στὸ πατρικό μου σπίτι, μία μεσημβρία ἄκουσα μεγάλη βοὴ καὶ ταραχή, ὡσὰν νὰ συνέβαινε σεισμὸς καὶ τότε βλέπω μὲ τὰ μάτια μου τρεῖς ἱεροπρεπεῖς ἄνδρες μὲ ἀρχιερατικὲς στολές, οἱ ὁποῖοι, καθὼς γνωρίζω ἀπὸ τὶς εἰκόνες τους, ἦταν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἐγὼ παρέλυσα ἀπὸ τὸν φόβο μου, ἔκανα τὸν σταυρό μου καὶ τοὺς προσκύνησα μὲ μεγάλο φόβο. Ἐκεῖνοι τότε μοῦ εἶπαν:
 – Μὴ φοβεῖσαι, Σοφιανή, ἐμεῖς εἴμεθα οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι καὶ θέλουμε νὰ ἀφιέρωσῃς στὸν Θεὸ τὸ σπίτι σου γιὰ νὰ γίνη ἐκκλησία στὸ ὄνομά μας καὶ ἐμεῖς θὰ πρεσβεύουμε γιὰ τὴν σωτηρία σου.
 Ἐγὼ ἐτόλμησα καὶ τοὺς εἶπα:
 – Ἅγιοι Δεσπόται μου, εἶναι αὐτὸ τὸ σπίτι κατάλληλο γιὰ δοξολογία Θεοῦ καὶ κατοικία ἰδική σας, ἀφοῦ μάλιστα καὶ ἐμεῖς εἴμεθα πτωχοὶ ἄνθρωποι καὶ δὲν ἔχουμε τὸν τόπο νὰ κάνουμε ἐκκλησία, ὅπως ὁρίζετε; Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ δὲν γνωρίζω καὶ τὴν γνώμη τοῦ συζύγου μου, ἀκόμη καὶ ἂν θὰ μπορέσουμε νὰ πάρουμε βασιλικὴ ἄδεια γιὰ τὴν ἀνοικοδόμησι αὐτῆς τῆς ἐκκλησίας.
 Ἐκεῖνοι μοῦ εἶπαν:
 – Μὴ στενοχωρῆσαι ποὺ εἶναι ὁ χῶρος ἀκάθαρτος καὶ κοπρώδης, οὔτε νὰ φοβῆσαι γιὰ τὴν βασιλικὴ ἄδεια, μόνο φρόντισε ἐσὺ νὰ μᾶς τὸν ἀφιερώσῃς καὶ ἐμεῖς ὅλα τὰ ἄλλα θὰ τὰ τακτοποιήσουμε. Διότι κατὰ τὴν παλαιὰ ἐποχὴ ὁ ἀχυρώνας αὐτὸς ἦταν ναὸς ἰδικός μας. Ἂν ὅμως ἀμελήσῃς καὶ δὲν κάνῃς, ὅπως σοῦ λέγομε, θὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ νὰ σοῦ ἀφαιρέσῃ τὴν ζωή σου ὡς παρήκοη.
 Μόλις εἶπαν αὐτὰ οἱ Ἅγιοι, ἔγιναν ἄφαντοι. Ὅταν τὸ βράδυ ἦλθε ὁ ἄνδρας μου τοῦ ἀνήγγειλα ὅλα τὰ γενόμενα. Μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, μετὰ τὸ ἀπόδειπνο καὶ τὴν μικρὴ προσευχή μας, ἐφάνηκαν πάλι οἱ Ἅγιοι μὲ σεισμὸ καὶ μοῦ εἶπαν μεγαλόφωνα:
 – Σοφιανή, γιατί δὲν ἔκανες αὐτὸ ποὺ σὲ ὡρίσαμε καὶ μέλλεις νὰ πεθάνῃς μὲ αἰφνίδιο θάνατο;
 Ἐγὼ λέγω τότε τοῦ ἀνδρός μου:
 – Ἀκοῦς τί προστάζουν οἱ Ἅγιοι;
 Αὐτὸς ἀποκρίθηκε καὶ τοὺς εἶπε:
 – Ἅγιοι Δεσπόται μου, μοῦ τὰ εἶπε ὅλα ἡ Σοφιανή, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἴμεθα πτωχοὶ καὶ δὲν ἔχουμε τὰ μέσα, φοβούμεθα δὲ καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ κράτους, γι᾿ αὐτὸ δὲν ἐκάναμε τίποτε. Ἐπειδὴ ὅμως ὁρίζετε νὰ τὸν ἀφιερώσουμε στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἁγιωσύνη σας, ἀπὸ σήμερα νὰ γίνη δικός σας ὁ τόπος αὐτός.
 Οἱ Ἅγιοι τοῦ εἶπαν:
 – Αὔριο τὸ πρωὶ θὰ σκάψῃς μέσα στὸν ἀχυρώνα καὶ θὰ εὕρης μάρμαρα, σταυρούς, ἀκόμη καὶ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ θὰ πεισθῆς ἔτσι στὰ λόγια μας. Πήγαινε καὶ στὸν Σουλτάνο καὶ ζήτησέ του τὴν ἄδεια καὶ ἐμεῖς θὰ τὸν καταπείσουμε νὰ σᾶς τὴν δώσῃ.
 Ἀφοῦ εἶπαν αὐτὰ οἱ Ἅγιοι, ἀνεχώρησαν. Ἐμεῖς ὅλη ἐκείνη τὴν νύκτα τὴν περάσαμε μὲ δοξολογίες στὸν Θεὸ καὶ τὸ πρωὶ ἀνακοινώσαμε τὸ γεγονὸς στοὺς συγχωριανούς μας καὶ ὅλοι ἔτρεξαν μὲ σκαπτικὰ ἐργαλεῖα νὰ βοηθήσουν στὸ σκάψιμο. Πράγματι, εὑρήκαμε τὴν Ἁγία Τράπεζα ἀπὸ λευκὸ μάρμαρο καὶ ἄλλα ἐκκλησιαστικὰ ἀντικείμενα ποὺ ἦταν χωμένα. Ἐπήραμε μὲ εὐκολία καὶ τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Σουλτάνο καὶ ἄρχισε ἡ ἀνοικοδόμησις τῆς ἐκκλησίας. Ἐμεῖς εἴχαμε μερικὰ χωράφια, τὰ πουλήσαμε καὶ ἀγοράσαμε διάφορα ἀναγκαῖα πράγματα γιὰ τὴν ἐκκλησία καὶ ἀφοῦ τελείωσαν οἱ δουλειές, μὲ πατριαρχικὴ ἄδεια, ἦλθε ὁ Ἅγιος μητροπολίτης Κίτρους καὶ τὴν ἐγκαινίασε. Ἐμεῖς κατόπιν ἐφύγαμε ἀπὸ τὸ χωριό μας καὶ ἐγκατασταθήκαμε στὴν Κωνσταντινούπολι παίρνοντας σπίτι μὲ ἐνοίκιο. Ὅμως σὲ παρακαλῶ, ἅγιε Πνευματικέ μου, νὰ πείσης τὸν ἄνδρα μου νὰ μοῦ ἐπιτρέψη νὰ γίνω μοναχὴ γιὰ νὰ κλάψω τὶς ἁμαρτίες μου αὐτὰ τὰ τρία ἔτη ποὺ μοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος ὅτι θὰ μείνω ἀκόμη σ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή
 Ὁ Πνευματικός της ἄκουοντας αὐτά, εἶπε στὸν ἄνδρα της νὰ μὴ τὴν ἐμποδίσῃ νὰ πραγματοποιήσῃ τὸν διακαῆ της πόθο. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε ὅτι μετὰ ἀπὸ δυὸ χρόνια θὰ πᾶνε μαζὶ στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ προσκυνήσουν τὰ Ἱερὰ Προσκυνήματα καὶ νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό.
 Πράγματι, ἀφοῦ πούλησαν τὰ ὑπάρχοντά τους, ἔφυγαν γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐκεῖ ἐξωμολογήθηκαν τὰ πάντα στὸν Πατριάρχη Σωφρόνιο. Μετὰ κοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ ἡ μὲν Σοφιανὴ ἐπῆγε σὲ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Σωφρονία, ὁ δὲ ἄνδρας της ἐπῆγε σὲ ἀνδρικὸ καὶ ἀπὸ Χρῆστος ἐπωνομάσθηκε Χαρίτων.
 
 Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος
http://agiosmgefiras.blogspot.gr/2014/06/blog-post_4855.html

ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣἩ ὠφέλεια ἀπό τίς ἀσθένειες


 

Οι ασθένειες είναι ωφέλιμες εις όλους.
Είναι φάρμακο σωτήριο, χαλινάρι της αμαρτίας, οδηγός της μετάνοιας, εχθρός της υπερηφάνειας, φίλος της ταπεινοφροσύνης.
Οι ασθένειες που παραχωρούνται από τον Θεό στους ανθρώπους είναι σημείο αγάπης του Θεού προς τους ανθρώπους και ιδιαίτερα στους αγαπώντας Αυτόν και αγαπωμένους από Αυτόν, κατά τον σοφόν παροιμιαστήν «ον γάρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοι δέ πάντα υιόν ον παραδέχεται».

Αρχιμ. Φιλόθεου Ζερβάκου

Ὄχι ὁ τόπος, ἀλλά ὁ τρόπος σώζει τόν ἄνθρωπο! ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ


   

 Οἱ πειρασμοί ὑπάρχουν καί θά ὑπάρχουν πάντοτε στήν ζωή μας καί πρέπει νά φυλαγόμαστε ἀπό τίς ἀμέτρητες παγίδες πού στήνει ἐναντίον μας ὁ παμπόνηρος διάβολος. Μόνο μέ τήν ταπεινοφροσύνη καί τήν προσευχή μποροῦμε νά τίς ἀποφεύγουμε και να ἀσφαλιστοῦμε… Ὅποιος προσέχει και εἶναι συνετός, ὠφελεῖται πολύ από τις θλίψεις και τους πειρασμούς.
Ὅπως ὁ Θεός σέ ὑπομένει, σέ ἀνέχεται, νά ὑπομένης καί σύ τό παιδί σου. Ἔχεις καθῆκον νά τό συμβουλεύης, ὄχι ὅμως μέ ταραχή καί θυμό, ἀλλά μέ τρόπο ἤρεμο καί γαλήνιο. Ἐάν δέν σέ ἀκούη, ἐκεῖνο ἔχει ὅλη τήν εὐθύνη. Σύ τότε νά παρακαλῆς τόν Θεό νά τό φωτίση καί ὁδηγήση στήν ὁδό τῶν ἐντολῶν Του.
Ἤ ἔγγαμον ἤ ἄγαμον βίον ἀκολουθήσης, φρόντισε νά ἀγαπᾶς τόν Θεό καί νά τηρῆς τίς ἐντολές Του καί θά σωθῆς εὐκολώτερα ἀπό πολλούς κληρικούς, πού ἔγιναν καί γίνονται ἀναξίως ἱερεῖς. Νά προτιμήσης νά σώσης τήν ψυχή σου. Σέ συμβουλεύω νά ἔχης ὑπομονή, νά ἔχης τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή καί νά μήν ἀφήνης νά φεύγη ὁ Θεός ἀπό κοντά σου.
Ὁ πάγκαλος Ἰωσήφ ἦταν στήν Αἴγυπτο, στόν τόπο τῆς ἁμαρτίας καί δέν ἁμάρτησε διότι εἶχε τήν ἐνθύμηση τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδάμ ἦταν στόν παράδεισο, πού δέν ὑπῆρχε ἁμαρτία˙ ἐπειδή ἐλησμόνησε τόν Θεό, Τόν παράκουσε, ἔχασε τόν παράδεισο. Λοιπόν, ὄχι ὁ τόπος, ἀλλά ὁ τρόπος σώζει τόν ἄνθρωπο, λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος.
Απ΄ τις πνευματικές συμβουλές του π. Φιλοθέου Ζερβάκου
http://agiosmgefiras.blogspot.gr/2014/06/blog-post_2866.html

“Τήν ψυχικήν παραλυσίαν ἐλάχιστοι τήν ἐννοοῦν”Μακαριστός Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος


Μακαριστός Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος
… Η παράλυσις του σώματος εξασθενεί τας σωματικάς δυνάμεις και τας καθιστά ακινήτους προς εργασίαν σωματικήν, και η παράλυσις της ψυχής καθιστά τας πνευματικάς και ψυχικάς δυνάμεις ακινήτους προς εργασίαν πνευματικήν. Και την μεν παράλυσιν τους σώματος ευκόλως οι άνθρωποι την αισθάνονται, ενώ την ψυχικήν ελάχιστοι την εννοούν.
Όταν εις τις πνευματικές εργασίες είναι κανείς ακίνητος και αναίσθητος, όταν η ψυχή του δεν αγαπά τον Θεόν, δεν αισθάνεται έφεσιν ολόψυχον, όταν δεν αγαπά τον πλησίον, όταν βλέπει πάσχοντα πτωχόν, πεινώντα, διψώντα, γυμνόν, κινδυνεύοντα και η ψυχή του δεν αισθάνεται πόνον, συμπάθειαν, ευσπλαχνίαν τότε πάσχει από παράλυσιν.
Όταν προσεύχεται και ο νους του αεροβατεί, όταν ευρίσκεται εις τον ναόν του Θεού και δεν αισθάνεται που ευρίσκεται, όταν έχει υπερηφάνειαν, φθόνον, μνησικακίαν, όταν κατακρίνει ή κακολογεί από φθόνον και κακίαν τους συνανθρώπους του, όταν ψεύδεται, συκοφαντεί, θυμώνει, βλασφημεί, όταν είναι έκδοτος εις ασωτείας και αισχρουργίας τότε η ψυχή του πάσχει από παράλυσιν. Έχει ανάγκην θεραπείας, και ο μοναδικός ιατρός της ψυχή μας είναι ο Ιησούς Χριστός, χθες και σήμερον ο αυτός εις τους αιώνας…
ΠΗΓΗ : ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
http://agiameteora.net/index.php/gerontes-tis-epoxis-mas/6015-tin-psyxikin-paralysian-laxistoi-tin-nnoo-n.html

Ἡ προφητική, ἀποστολική καί πατερική συνείδηση τοῦ Ὁσίου Γέροντα Φιλόθεου Ζερβάκου (Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης)


 
Και ερχόμεθα τώρα, στην παρουσίαση σε αδρές γραμμές των στοιχείων που τον παρουσιάζουν, πέραν των άλλων πλευρών της πολυμερούς του προσωπικότητος και της πολυποίκιλης δράσης του, ως αγωνιστή και ομολογητή της Ορθοδοξίας. Βάσει αυτών των στοιχείων, ιδιαίτερα της αυστηρής αλλά δίκαιης κριτικής που ασκεί στις εκ της Δύσεως επιρροές και στο χώρο του ήθους, της ηθικής ζωής, αλλά και στο χώρο του δόγματος, στις εκτροπές από την ορθόδοξη πίστη, ο Γέροντας όσιος Φιλόθεος υπερτερεί όλων των άλλων οσίων Γερόντων του περασμένου αιώνος και αναδεικνύεται σε εφάμιλλη των Αγίων Πατέρων και Διδασκάλων μορφή. Συντάσσει θαρραλέα υπομνήματα προς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες αλλά και προς τον λαό, και ως προφήτης της μετανοίας διαβλέπει ότι, αν συνεχιστεί αυτή η ηθική διάβρωση και η αποστασία από την πίστη, ο Θεός θα αποσύρει την Χάρη και την ευλογία Του παιδαγωγικά από το ελληνικό έθνος, όπως το έπραξε και στο παρελθόν.Σε πολλά γραπτά του κείμενα είναι ολοφάνερη αυτή η συνείδηση που συναντά κανείς στους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν έχει γι’ αυτό άδικο ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στο μνημονευθέν βιβλίο του, που αρχίζει τα «Προλεγόμενα» με το αναφερόμενο στον προφήτη και Πρόδρομο Ιωάννη χωρίο του ευαγγελιστή Ιωάννη ως εφαρμοσθέν κατ’ αναλογίαν και εις τον Όσιο Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο: «Εγένετο άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης- ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί του φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αυτού».
Απεσταλμένος από τον Θεό προφήτης και διδάσκαλος δείχθηκε ο όσιος Φιλόθεος κατά τον 20ό αιώνα, κατά τον οποίο σπάνιζαν οι προφητικές φωνές, ενώ αντίθετα ακούονταν ηχηρές φωνές ψευδοπροφητών, ψευδοποιμένων και ψευδοδιδασκάλων που κήρυτταν καινοτομίες και πλάνες. Ο ίδιος αμφιταλαντεύτηκε στο αν θα έπρεπε να ακολουθήσει την ησυχαστική μοναστική ζωή, μακριά από τους θορύβους και τα προβλήματα του κόσμου, όπως επιθυμούσε, ή θα έπρεπε να συνδυάσει την μοναστική ζωή με ιεραποστολική δράση μέσα στον κόσμο, όπως του συνιστούσε ο πνευματικός του πατήρ και διδάσκαλος, ο Άγιος Νεκτάριος, που έπραξε και αυτός το ίδιο, ακολουθώντας το παράδειγμα μεγάλων Αγίων Πατέρων, ιδιαίτερα των Τριών Ιεραρχών.
Η αμφιταλάντευσή του αυτή έπαυσε, όταν με θεοσημία προφητική εστάλη να κηρύξει στον κόσμο. Διηγείται ο ίδιος ότι κατά το προσκυνηματικό του ταξίδι στους Αγίους Τόπους βρέθηκε στο θεοβάδιστο όρος Σινά. Εκεί κατά την κάθοδό του από το όρος Χωρήβ εισήλθε στο σπήλαιο του προφήτου Ηλιού και προσευχόμενος παρακαλούσε θερμά τον Θεό με δάκρυα να του αποκαλύψει αν είναι θέλημά Του να μείνει εκεί στο σπήλαιο, μακριά από τον μάταιο κόσμο, χωρίς περισπασμούς και φροντίδες, για να έχει διαρκώς ενωμένο τον νου του με τον Θεό, να σκέπτεται μόνον τα ουράνια. Και ενώ έλεγε αυτές τις σκέψεις, άκουσε τρεις φορές αόρατη φωνή να λέγει: «Ποίμαινε τα πρόβατά μου». Κατενόησε τότε ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού και επέστρεψε στην Λογγοβάρδα.
Περί του ότι σπάνιζαν τον 20ό αιώνα οι τολμηροί και ανδρείοι Ομολογηταί της πίστεως, ενώ επλήθαιναν οι πολέμιοι της Εκκλησίας και μέσα στο σώμα των επισκόπων και ποιμένων, υπάρχει ένα συγκλονιστικό κείμενο προσευχής του προς τον Κύριο Ημών Ιησού Χριστό που εκυκλοφορήθη και σε ιδιαίτερο φυλλάδιο το 1973. Αφού επισημαίνει κατ’ αρχήν ότι οι Άγιοι Απόστολοι και οι διάδοχοί τους, οι Άγιοι Θεοφόροι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, νίκησαν κατά την διάρκεια των αιώνων τους ορατούς και αοράτους εχθρούς, διέσωσαν την Αγία Εκκλησία και οδήγησαν πολλούς στην αληθινή πίστη, την Ορθόδοξη, προσθέτει: «Στις προηγούμενες γενεές υπήρξαν άνδρες Άγιοι, άνδρες σοφοί, δίκαιοι, τίμιοι, συνετοί, πνευματοφόροι, θεοφόροι, ανδρείοι στην ψυχή, οι οποίοι αγωνίσθηκαν υπέρ της Εκκλησίας, υπέρ των Αποστολικών και Πατρικών Παραδόσεων και με την δική Σου συμμαχία και βοήθεια, Κύριε, νίκησαν τις παρατάξεις των εχθρών και διέσωσαν την Εκκλησία.
Σήμερον τέτοιοι άνδρες, υπάρχουν ολίγοι, σπάνιοι, δυσεύρετοι και όχι ανδρείοι, σοφοί και Άγιοι, ως οι παλαιοί Πατέρες ημών. Οι δε πολεμούντες την Αγίαν Εκκλησίαν είναι πολλοί και κινδυνεύει το σκάφος της Εκκλησίας να καταποντισθεί, διά το μη έχειν καλούς ποιμένας και φύλακας. Μερικοί των ποιμένων και επισκόπων, τους οποίους έταξαν ποιμαίνειν και φυλάττειν την λογική Σου ποίμνη, την Αγία Εκκλησία, έγιναν προβατόσχημοι λύκοι, τέλειοι καταφρονηταί και παραβάται των Ιερών Κανόνων και Αποστολικών Παραδόσεων, ζητούντες αποβολή αυτών και αντικατάστασι. Άλλοι άνοιξαν τις πόρτες και καλούν και δέχονται τους λύκους Παπιστάς, Διαμαρτυρομένους και πάντας τους αιρετικούς για να εισέλθουν ακωλύτως και θύσουν, απολέσουν και κατασπαράξουν τα λογικά πρόβατα… Και αντί να αγωνίζωνται και να φροντίζουν να ενώσουν την Εκκλησία, αγωνίζονται να την διαιρέσουν ακόμη σε περισσότερες και την καταστήσουν παναιρετική…»
Μπροστά σ’ αυτήν την εικόνα της αυξήσεως των εχθρών και πολεμίων της Εκκλησίας, της αδιαφορίας των ποιμένων ή και της μεταβολής τους σε εχθρούς, η οποία σημειωτέον σήμερα είναι πολύ χειρότερη, ο όσιος Φιλόθεος αισθάνεται μεγαλύτερο το χρέος και την ευθύνη του ως πνευματικού πατρός και κληρικού να αγωνιστεί και να αντιδράσει. Διαβάζει τις συστάσεις του Θεού προς τους προφήτες να αναγγείλουν στον λαό τις αμαρτίες του με φωνή δυνατή σαν της σάλπιγγος, διαφορετικά θα τιμωρηθούν και αυτοί, και γράφει: «Ταύτα αναγνώσας εγώ, ο αμαρτωλός και ανάξιος, και φοβηθείς μήπως ως πνευματικός πατήρ και ιερεύς του Υψίστου, εάν σιωπήσω βλέπων την ερχομένην   ρομφαίαν, μοί εκ ζητήση ο Κύριος λόγον, αναγγέλλω τα αμαρτήματα του ελληνικού λαού και του κλήρου, καλών πάντας και πρώτον τον εαυτόν μου (επειδή καγώ αμαρτωλότερος πάντων τυγχάνω) εις μετάνοιαν και επιστροφήν». Γράφοντας προς τον πατριάρχη Αθηναγόρα επικριτικά για τα ανοίγματά του προς τον Πάπα εκφράζει τον ίδιο φόβο σε περίπτωση που θα σιωπήσει «Αναγκάζομαι να σας γράψω, φοβούμενος ότι θα αμαρτήσω, εάν φιμωθώ και δεν ομολογήσω την αλήθειαν». Την ίδια συνείδηση ευθύνης εκφράζει και όταν εκδίδει το 1957 ειδικό φυλλάδιο εναντίον της βλασφημίας των θείων, που είχε προσλάβει τότε μεγάλη έκταση: «Συναισθανόμενος αφ’ ενός το ιερόν καθήκον ως Πνευματικού Πατρός και Ιερέως, ότι δεν πρέπει να σιωπώ, αλλά να κηρύττω την αλήθειαν, να ελέγχω, να επιτιμώ, να νουθετώ και παρακαλώ τούς αμαρτάνοντας… έκρινα σκόπιμο να εκδώσω το παρόν βιβλιάριον».
Δεν έλειψαν βέβαια και οι επικριταί αυτής της προφητικής και ομολογητικής στάσεως του οσίου Φιλοθέου, οι οποίοι του συνιστούσαν να κάνει υπακοή στον οικείο επίσκοπο και στις αποφάσεις των συνόδων. Γράφοντας απαντητικά το 1930 προς τον επίσκοπό του, που του συνιστούσε υπακοή, έλεγε: «Εάν αυτήν την γνώμην ηκολούθουν πάντες οι Χριστιανοί κατά γράμμα, να ακολουθούν δηλαδή τους επισκόπους εις πάντα, αλλοίμονο τότε, ούτε Ορθοδοξία, ούτε Εκκλησία, ούτε Ορθόδοξος Χριστιανός θα υπήρχε σήμερον. Εάν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ηκολούθουν τους πατριάρχας και επισκόπους, Απολιναρίους, Μακεδονίους, Ευτυχέας, Διοσκόρους, Σαβελλιο-Σεβήρους, Ευσεβίους και πολλούς άλλους, και εδέχοντο και ησπάζοντο τα φρονήματά των, πού τότε Ορθοδοξία; Πού χριστιανός ευσεβής και ορθόδοξος;!! Και τί λέγω ανθρώπους, πατριάρχας και μητροπολίτας; Και δεν λέγω συνόδους, όχι από πέντε ή δέκα και είκοσι τοιούτους, αλλά από 100, 200 και 348 μητροπολίτας και επισκόπους, αποτελουμένας; Διότι 348 τον αριθμό συνήλθον εν έτει 754 εν Κωνσταντινουπόλει και εξέδωκαν τον όρον εναντίον των άγιων εικόνων». Συμπληρώνοντας την επιχειρηματολογία του, γράφει ότι «υπάρχουν και εξαιρέσεις, καθ’ ας ακριματίστως δύναταί τις να παρακούη, καθώς και ανωτέρω είπομεν και ως οι Άγιοι Πατέρες και Απόστολοι, μας παραγγέλλουν», δίνει δε στη συνέχεια και σχετικά χωρία από την Αγία Γραφή και τους Αγίους Πατέρες.
Σε ελεγκτική επιστολή που στέλνει το 1976 «Προς την σεπτήν Ιεραρχίαν» της Εκκλησίας της Ελλάδος γράφει: «Ας μη είπωσι: Ποιος είσαι εσύ που θέλεις να διδάξεις ημάς τους αρχιερείς, συ ο κατώτερος ημάς τους ανωτέρους σου; Ότι είμαι κατώτερος και αμαθής το γνωρίζω, ότι είμαι μηδέν εκ του μηδενός. Αλλά είμαι και άνθρωπος Χριστιανός Ορθόδοξος και Πνευματικός και οφείλω, όταν υβρίζεται η πίστις μου να μη κλείω το στόμα μου και να σιωπώ. Ο Πρόδρομος Ιωάννης εν ερήμω διέτριβεν, αλλ’ όταν επληροφορήθη ότι ο βασιλεύς Ηρώδης παρηνόμησεν, αφήκε την έρημον και μετέβη εις την πόλιν και ήλεγξε τον παρανομήσαντα βασιλέα.  Και πας άνθρωπος οίος και αν η, οφείλει να μη κλείη το στόμα του, όταν ακούη την πίστιν του να υβρίζεται, αλλά να διαμαρτύρεται, να συμβουλεύει και εν ανάγκη να ελέγχει».
Ακόμη και τους Αγιορείτες Πατέρες ελέγχει με πειστική επιχειρηματολογία, γιατί δέχθηκαν να οργανώσουν στο Αγιον Όρος το 1963 τις τελετές για την χιλιετηρίδα του Αγίου Όρους, γιατί θεωρεί ότι είναι κοσμικές εκδηλώσεις ξένες προς τα μοναστικά ήθη και την ιστορία του Μοναχισμού, τελικώς δε βλάβη θα προκαλέσουν παρά όφελος. 
Αναιρώντας δε πιθανή ένσταση για την ανάμειξή του σε ξένη δικαιοδοσία γράφει: «Αλλ’ ίσως μοί είπουν τινές- ημείς γνωρίζομεν να φυλάξωμεν τον εαυτόν μας από τας παγίδας του Διαβόλου, συ πάτερ Φιλόθεε τί ενδιαφέρεσαι; Συ είσαι ξένος, κοίταξε το μοναστήρι σου. Ενδιαφέρομαι ως Χριστιανός, ως ομόσχημος αδελφός, αλλά και διότι η Λογγοβάρδα έχει ιδρυθή από Αγιορείτας, τους λεγομένους Κολλυβάδες, φίλους, ομαίμονας και ομόφρονας των Αγίων εκείνων Πατέρων Νικοδήμου Ναξίου του Αγιορείτου, Αθανασίου του διδασκάλου του Παρίου, Μακαρίου Νοταρά κ.λπ. … Λοιπόν, όπως ενδιαφέρομαι και διά την μονήν μου, ενδιαφέρομαι και διά το Αγιον Όρος… έχω δε καθήκον ιερόν και επιβεβλημένον ως μοναχός και δη ως Πνευματικός, να ενδιαφέρωμαι όχι μόνον διά την μονήν μου και τας μονάς του Αγίου Ορους, αλλά και δι’ όλας τας μονάς και δι’ όλους τους μοναχούς της πατρίδος και της Εκκλησίας μου».
Απεύθυνε τους προφητικούς και πατερικούς ελέγχους του κατά διαφόρους καιρούς χωρίς να φοβείται, σε βασιλείς, πρωθυπουργούς, υπουργούς, πατριάρχας, αρχιεπισκόπους, επισκόπους και άλλους αξιωματούχους, όταν πληροφορείτο ότι προσέβαλαν τα δόγματα και την διδασκαλία της Εκκλησίας. Συνοψίζοντας την σχετική δραστηριότητά του, γράφει: «Αλλ’ ημείς, και εάν πολλοί είναι οι κωφεύοντες και τυφλώττοντες, οφείλομεν να κηρύττωμεν και να ομολογώμεν την αλήθειαν. Από την στιγμήν που έγινα ιερεύς και πνευματικός από το έτος 1912 έως σήμερον έστειλα πολλά υπομνήματα εις βασιλείς, πρωθυπουργούς, την Ιεράν Σύνοδον, εις μητροπολίτας και αλλαχού. Έστειλα και 4 εγερτήρια σαλπίσματα, αλλ’ όμως δεν ήκουσαν.
Είπα και λάλησα, αμαρτία ουκ έχω. Αλλ’ εφ’ όσον οι άνθρωποι και μαζί με αυτούς και εγώ δεν ακούουν τον Θεόν, πώς θα ακούσουν εμέ τον αμαρτωλό; Δεν έπαυσα όμως να ομιλώ, αλλά μάχομαι εναντίον των καταφρονητών των Αποστολικών και Πατερικών παραδόσεων, των εχθρών της Ορθοδοξίας και φίλων των σχισματοαιρετικών Παπιστών και Διαμαρτυρομένων, οι οποίοι προσπαθούν δολερώς να πλανήσουν τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, διά να τους ακολουθήσουν εις την πλάνην των… Τώρα όμως θα παύσω να γράφω, διότι αναχωρώ της πρόσκαιρου ζωής διά την αιώνιον και ουράνιον πατρίδα».
Ήταν τόσος ο προφητικός και αποστολικός ζήλος του με συνακόλουθα την τόλμη και την ανδρεία του, ώστε κατά μία επίσκεψή του στην Κωνσταντινούπολη (1934) είχε προγραμματίσει να συναντήσει τον Κεμάλ Ατατούρκ, πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, και να τον προτρέψει να ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Τον απέτρεψε όμως από το εγχείρημα αυτό ο τότε πατριάρχης Φώτιος, διότι υπήρχε όξυνση στις σχέσεις μεταξύ Κεμάλ και Οικουμενικού Πατριαρχείου. Όταν επέστρεψε στην Λογγοβάρδα, έγραψε σχετική επιστολή που έχει διασωθεί. Πληροφορηθείς ότι ο Κεμάλ ήτο άρρωστος, αποφάσισε να τον επισκεφτεί στην Άγκυρα• αλλά όταν έφθασε στην Αθήνα έμαθε ότι πέθανε, και έτσι ματαιώθηκε οριστικά το εγχείρημα, το οποίο πάντως δείχνει ότι ο ιεραποστολικός του ζήλος έφθανε μέχρι του να οραματίζεται να προσελκύσει στον Χριστιανισμό ολόκληρα έθνη.
Επειδή μάλιστα ομιλούμε για συνείδηση προφητική, δεν είναι περιττό να μνημονεύσουμε ότι μεταξύ των εχθρών και πολεμίων του Χριστιανισμού έβλεπε τον Κομμουνισμό και συχνά αναφερόταν στους διωγμούς, που υφίσταντο οι Χριστιανοί, εκεί όπου είχαν επικρατήσει τα κομμουνιστικά καθεστώτα, αλλά και προέλεγε ότι σύντομα θα εκριζωθούν, όπως και έγινε: «Οι μπολσεβίκοι της Ρωσίας και οι ερυθροί της Ισπανίας, διότι στερούνται των όπλων της Αγάπης, της πίστεως και της ελπίδος, κατέστησαν αθλίας και δυστυχείς τας πατρίδας των. Βεβήλωσαν και μόλυναν τους ιερούς ναούς και τα άγια θυσιαστήρια, κατάσφαξαν αγρίως και ποικιλοτρόπως βασάνισαν και θανάτωσαν μυριάδας ανεύθυνων κληρικών και λαϊκών. Έχυσαν ποταμούς αιμάτων αθώων και θα αφήσουν εις τας μετά ταύτα γενεάς στίγμα και αιώνιον ανάθεμα της φαυλότητος, της κακίας και μοχθηρίας των. Αλλά «πάσα φυτεία ην ουκ εφύτευσεν ο Ουράνιος Πατήρ εκριζωθήσεται”. Ο μπολσεβικισμός και ο κομμουνισμός είναι φυτεία του σατανά, διότι στερείται της Αγάπης, της πίστεως, της ελπίδος, επομένως ταχέως θα εκριζωθή. Οι ερυθροί της Ισπανίας ήρχισαν να ξεκλωνίζονται και να εκριζούνται- την ομοίαν τύχην θα υποστούν συντόμως και οι τούτων αδελφοί άθεοι μπολσεβίκοι της Ρωσίας».
Μέχρι το τέλος της μακράς ζωής του αγωνιούσε για την προσωπική πνευματική του πορεία, γι’ αυτό και ευχαριστούσε τον Θεό ο Οποίος τον διεφύλαξε από τις παγίδες και πλάνες του Διαβόλου, αλλά και εστενοχωρείτο για την αξιοθρήνητη κατάσταση της Εκκλησίας και των ποιμένων της. Παραθέτουμε ένα μικρό σχετικό απόσπασμα των λεγομένων του: «Έφθασε το τέλος μου και ευχαριστώ τον Θεόν, διότι με διεφύλαξεν από πολλούς κινδύνους, σωματικούς και ψυχικούς από πολλάς πλάνας και παγίδας του δολίου δράκοντος και Τον παρακαλώ να με διαφυλάξη άχρι της τελευταίας στιγμής του θανάτου μου και εισαγάγη με εις τας ουρανίους σκηνάς, ένθα των ευφραινομένων η κατοικία. Αλλ’ η ψυχή μου εις τας τελευταίας στιγμάς του βίου μου είναι περίλυπος και κατώδυνος, βλέπων την αξιοθρήνητο κατάστασιν της Εκκλησίας και των ποιμένων. 
Αυτής, οι οποίοι, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, αντί να γίνουν φως με τα καλά των έργα, εγένοντο σκότος και αιτία να βλασφημήται εις τα έθνη το όνομα του Ουρανίου Πατρός ημών. Πιστεύω και ελπίζω ότι ο ιδρυτής της Εκκλησίας και άρχων της ειρήνης, τούτους μεν θα συντρίψη ως σκεύη κεραμέως, την δε Εκκλησίαν Αυτού, την οποίαν ηγίασε διά του παναχράντου Αυτού αίματος, θα διασώση εκ του κινδύνου του καταποντισμού. Εγώ μεν απέρχομαι εν ειρήνη, εσείς δε σώθητε, ως σοφοί και φρόνιμοι, από την παρούσαν πονηράν γενεάν και διεφθαρμένην».
 ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟ ΖΕΡΒΑΚΟ

apantaortodoxias

Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, φυλάξατε τά ποίμνια σας καί διώξατε τούς λύκους Του Οσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου



Του Οσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου
Άγιοι Αρχιερείς, φυλάξατε τα ποίμνια σας και διώξατε τους λύκους
* Δεν αρκεί, δεν ωφελεί μόνον να γνωρίζουμε τον νόμο του Θεού, τις εντολές, τα δόγματα, τους κανό­νας, τις αποστολικές και πατερικές παραδόσεις, αλλά και να φυλάττουμε αυτές. Ο Κύριος είπε «Ος δ’ αν ποίηση και διδάξη ούτος μέγας κληθήσεται εν τη Βα­σιλεία των Ουρανών» (Ματ. 5, 19) και «Μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον τον Θεού και φυλάσσοντες αυ­τόν» (Λουκ. 11, 29)….
Άγιοι Αρχιερείς, φύλακες της Μιας, Αγίας, Κα­θολικής και Αποστολικής Εκκλησίας…, προσέξατε παρακαλώ θερμώς και ικετεύω μετά δακρύων. Προβατόσχημοι λύκοι, εισελθόντες στην αυλή των λογικών προβάτων διά της πολιτικής και της αντίχριστου Μα­σονίας, ζητούν να καταργήσουν τα διατεταγμένα από τους πανσόφους Αγίους Αποστόλους και τους θεοφόρους Αγίους Πατέρας, και να εξευρωπαΐσουν, εκλατινίσουν και εκμοντερνίσουν. Αυτούς και όλους τους καταφρονητάς των Αποστολικών και Πατερικών Πα­ραδόσεων, να αποβάλετε ως λοιμώδεις λύκους από την Ορθόδοξη Εκκλησία, για να μη καταστήσουν αυτήν αιρετική, πανθεϊστική και παναιρετική με όσα ξένα και αιρετικά επιδιώκουν να εισαγάγουν…
Άγιοι Αρχιερείς, προσέξατε, φυλάξατε τα ποί­μνια τα όποια σας ενεπιστεύθη ό Κύριος, διώξατε τους λύκους. Εκείνους πού λέγουν και πράττουν παρά τα διατεταγμένα, συστήσατε εις αυτούς μετάνοια….
*Η Εκκλησία έχει ανάγκη από πολλούς εργάτες, όχι χλιαρούς και φιλοσώματους, αλλ’ αληθινούς, με πίστη και ζήλο, αυταπάρνηση και αγάπη ολόψυχο πρός τον Θεό και τον άνθρωπο…
*Λοιπόν αυτοί οι μεγάλοι και τρανοί οι ψευδώς τιτλοφορούμενοι ως αλάθητοι και παναγιώτατοι, φουσκωμένοι από εωσφορικήν υπερηφάνειαν, εχθροί της Ορθοδοξίας και των πιστώς ακολουθώντων την ορθόδοξον πίστιν και τας αποστολικάς και πατερικάς πα­ραδόσεις, επόμενον να μας πολεμήσουν, να εξασκή­σουν βίαν, αλλά εμείς να μένωμεν στερεοί εις την πί­στιν και να μη φοβηθώμεν… Ο Απόστολος Παύλος, το στόμα του Χρίστου, μας παραγγέλλει  Μη συγκοι­νωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλ­λον δε και ελέγχετε. Εις περιστάσεις κατά τας οποίας περιφρονείται ή υβρίζεται η αγία Ορθόδοξος πίστις μας επιτρέπεται έλεγχος ακόμη και θυμός δίκαιος, α­παγορεύεται δε η σιωπή. Αλλά και ο έλεγχος να γίνε­ται με διάκρισιν και σύνεσιν, όχι με ταραχήν και θυμόν υπερβολικόν…
ΠΙΣΤΟΙ ΥΠΕΡΜΑΧΟΙ ΤΗς ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΜΑΣ
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη

http://www.impantokratoros.gr/arxiereis-poimnia.el.aspx

Δύο συγκλονιστικά θαύματα μετά θάνατον τοῦ Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, μέ τριαντάφυλλο ἀπό τόν τάφο του.


 

 Η κ. Ελένη Περιστέρη από το Ηράκλειο Κρήτης είχε πνευματικό της τον Άγιο Φιλόθεο. Όταν εκείνος κοιμήθηκε, είχε μεγάλη επιθυμία να κάνει στα 40 του Θεία Λειτουργία και Μνημόσυνο στη μνήμη του.
Έπιασε προζύμι για να κάνει τα πρόσφορα, αλλά είχαν περάσει δύο ημέρες και το προζύμι δεν φούσκωνε, ήταν πίττα. Πήγε σε φούρνους για να της κάνουν πρόσφορα αλλά αρνήθηκαν να την εξυπηρετήσουν λέγοντας πως ήταν καθημερινή ημέρα και έπρεπε να τους ειδοποιήσει νωρίτερα. Γύρισε κλαίγοντας στο σπίτι της. Τι να κάνω, Θεέ μου, που έχω έτοιμα τα κόλλυβα;
Στην στεναχώρια της θυμήθηκε την κηδεία του. Τότε η Γερόντισσα της είχε -πει να πάρει ένα τριαντάφυλλο που στόλιζε το σώμα του Γέροντα. – Πάρ’ το, της είπε, να το έχεις ευλογία στο σπίτι σου. το πήρε και το φύλαξε στο εικονοστἀσι του σπιτιού της.

Τώρα το θυμήθηκε. Το παίρνει. Βγάζει την μάλλινη κουβέρτα και σταυρώνει με το τριαντάφυλλο την πετσέτα που σκέπαζε το προζύμι. Σ’ ένα τέταρτο το προζύμι φούσκωσε και χύθηκε. Έκανε τρία ωραιότατα πρόσφορα και η ευλαβής κυρία πραγματοποίησε την θεοφιλή της επιθυμία, να γίνει Θ. Λειτουργία στην μνήμη του αγίου Πνευματικού της.
Επίσης, η ίδια κυρία καταθέτει μία θαυμαστή επέμβαση του Αγίου δύο χρόνια μετά από την κοίμησή του. Μας είπε: είχε πόνο στην μέση και έκανα μία θεραπεία με ενέσεις που μου συνέστησε ο γιατρός. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη διότι δεν μπορούσα να εργάζομαι. Έμενα στο σπίτι και σε λίγο θα δυσκολευούμουν οικονομικά.
Τότε θυμήθηκα το τριαντάφυλλο του Αγίου. Το πήρα, σταύρωσα την μέση μου και αυτό ήταν! Κόπηκε σαν κλωστή ο πόνος. Όταν ήρθε η νοσοκόμα να μου κάνει την ένεση της είπα: δεν χρειάζεται. Είμαι τελείως καλά.
Εκείνη επέμενε: μα πρέπει να ολοκληρώσεις την θεραπεία. – Δεν χρειάζεται, της απαντώ, είμαι τελείως καλά και σε λίγο φεύγω για την δουλειά μου. Σ’ ευχαριστώ που ήρθες αλλά ο Άγιός μου πρόλαβε και με θεράπευσε.

Πηγή: Αφιέρωμα εις τον Άγιον Γέροντα της Πάρου, Αρχιμ. π. ΦΙΛΟΘΕΟΝ ΖΕΡΒΑΚΟΝ + , Εκδ. Ιερόν Γυν. Ησυχαστήριον  «Παναγία η Μυρτιδιώτισσα» Θαψανών Πάρου

http://makkavaios.blogspot.gr/2015/01/blog-post_76.html

Μή κλίνετε γόνυ εἰς τόν ἀντίχριστον Πάπα Οσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου


Οσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου

«Μη κλίνετε γόνυ εις τον αντίχριστον Πάπα»
* …Πιστεύω και ελπίζω ότι ο ιδρυτής της Εκκλησίας, ο Αρχηγός της σωτηρίας ημών, ο κραταιός και δυνατός εν πολέμοις, πάντας τους πολεμούντας την Νύμφην Αυτού Εκκλησίαν, την καθαράν και άσπιλον, την οποίαν περιποιήσατο με το Τίμιον Αίμα Του, θα τους σύντριψη ως σκεύη κεραμέως και θα διαφύλαξη και διάσωση Αυ­τήν καθαράν. Υμείς δε οι εναπολειφθέντες στήτε καλώς, στήτε μετά φόβου, στήτε ανδρείως και μη κλίνετε γόνυ εις τον αντίχριστον Πάπα και εις τους οπαδούς αυτού φιλοπαπιστάς οικουμενιστάς, και λοιπούς δειλούς και προδότας. Στήτε μέχρι τέλους, μέχρι θανάτου, δια να λά­βετε τον άφθαρτον στέφανον εις τους ουρανούς….

Κρατείτε την πίστιν στερεάν
* Αφήνω συμβουλήν εις τους πιστούς και πνευματικά μου τέκνα να ακολουθούν την Εκκλησίαν… Εάν ενω­θούν, τότε, να χωρήσουν, να αποχωρήσουν τελείως ακολουθούντες εκείνο το οποίον παρελάβομεν και τους α­γίους Πατέρας.
* Εάν ο ποιμήν είναι αληθής, οφείλετε να ακολουθήτε τον αληθή ποιμένα. Εάν δεν είναι αληθής, ακολουθήτε τον Χριστόν, ο Οποίος είναι αληθής.
 
* Οι Άγιοι Πατέρες δεν επλανήθησαν διότι είχον ταπείνωσιν, είχον το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον τους ωδήγει και δεν τους άφηνε να πλανηθούν.
* Πως είναι δυνατόν, να τιμήση κάποιος τους τοιού­τους (νεωτεριστάς Αρχιερείς), οι οποίοι συνετάραξαν την Εκκλησίαν, εκλόνισαν τας πεποιθήσεις των Ορθοδόξων Χριστιανών, και να υπακούση εις αυτούς, όταν αυτοί με πλατύ το στόμα κηρύττουν εναντίον των Αγίων Αποστόλων;….
* Ως γέρων πνευματικός λέγω εις τα πρόβατα του Χριστού προσέξατε, μη δεχθήτε φιλίαν και ένωσιν με τον Πάπαν, διότι ο Πάπας, εάν και την όψιν του προσώ­που του άλλαξε εναντίον της εντολής του Θεού (Λευϊτ. Α’9)…, εάν και ήλλαξε την μορφήν του σώματος και μετεμορφώθη εις γυναίκα, την γνώμην του δεν την άλλαξε.
* Δια να γίνη ένωσις με τους παπιστάς και τον Πάπα, πρέπει ο Πάπας να μετανοήση και να επιστρέψη εις την μίαν αγίαν καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν, την οποίαν μας παρέδωκε ο Χριστός, δια των Αγίων Απο­στόλων και των Αγίων Πατέρων των επτά Οικουμενι­κών Αγίων Συνόδων. Ο Πάπας απεσχίσθη και οφείλει να επιστρέψη εις την μίαν πίστιν, την οποίαν παραχάρα­ξαν εις το εν βάπτισμα, το όποιον κατήργησαν και το α­ντικατέστησαν με ράντισμα και επίχυσιν ύδατος, και εις τα δόγματα και ιεράς παραδόσεις, τας οποίας τελείως κατεφρόνησαν. Και εάν θέλουν διάλογους και συζητή­σεις αυτά πρέπει να γίνουν επάνω εις το σύμβολον της πίστεως εις δέκα λεπτά της ώρας. Συμφωνείτε; αποπτύετε την πλάνην και τας αιρέσεις σας; επιστρέφετε εις τον Θεόν και την Αγίαν Εκκλησίαν; Σας δεχόμαστε. Δεν δέχεσθε; πηγαίνετε εκεί που σας στέλλουν οι Άγιοι Από­στολοι, οι Άγιοι Πατέρες και αι επτά Οικουμ. Σύνοδοι, εις το ανάθεμα….
* * *
* Εάν ημείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί εφυλάττωμεν ό­σα η πίστις ημών υπαγορεύει, όλα τα έθνη, ως λέγει ο θείος Χρυσόστομος, θα εγένοντο Χριστιανοί. Διότι ο­ποία πίστις ανέδειξεν Αποστόλους, Μάρτυρας, Ομολογητάς, Οσίους και δικαίους; Η Ορθόδοξος. Οποία πίστις ετέλεσε μεγάλα ένδοξα και θαυμαστά σημεία; Η Ορθόδοξος. Δίκαιον είναι να είπωμεν τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών και οποία πίστις ως η ημετέρα πίστις, η Ορθόδοξος;….
 
Τίποτε δεν είναι ισάξιο της Ορθοδοξίας
*  Η Ορθόδοξος Εκκλησία οφείλει να διακρατή απα­ραχάρακτα όσα ο Κύριος έδωσε, οι Απόστολοι εκήρυξαν και οι Πατέρες εφύλαξαν. Όποιος αποκόπτεται από αυτά δεν μπορεί να λέγεται Χριστιανός.
*  Είναι προδοσία της αληθείας το να αποδεχόμεθα αι­ρετικές διδασκαλίες και να μη ομολογούμε με ακρίβεια όσα διδαχθήκαμε από τους θεοφόρους Αγίους Πατέρας της Εκκλησίας μας. Καλούμεθα να αρέσουμε όχι εις τον κόσμον αλλά εις τον Κύριον και να συμφωνούμε με τις άγιες Γραφές και με όσους δεν αντιμάχονται με όσα μας λέγουν οι Πατέρες.
*  Ο Χριστός, δεν θα αφήση την Εκκλησίαν Του, αλ­λά και εμείς ότι μπορούμε να κάνουμε. Μακάριοι εκεί­νοι οι όποιοι μέχρι θανάτου θα μείνουν πιστοί εις την ορθόδοξον πίστιν και ομολογίαν… Να αγωνισθήτε κατά των θεοκαπήλων προδοτών της Ορθοδοξίας και των πα­τρικών παραδόσεων.
Γνώρισε  το μεγαλείο της Ορθοδοξίας
Αγιογραφικές και Πατερικές μαρτυρίες
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη