Αν και ευρισκόμεθα στην εποχή του Χειμώνος, χθες είχαμε μια καλή ημέρα,
ηλιόλουστη. Επήραμε θάρρος ότι ο καιρός έγινε ομαλός, και βλέπομε σήμερα
ότι άλλαξε πάλι και ήλθε ταραχή. Και τώρα δεν ημπορούμε να κινηθούμε
προς τα έξω για να κάνωμε την εργασία μας. Είμεθα υποχρεωμένοι να
αμυνθούμε, έως ότου παρέλθη αυτή η κατάστασι, πού όλοι γνωρίζομε ότι
είναι προσωρινή. Αυτή η εικόνα των αλλοιώσεων του καιρού συμβαίνει και
στην πνευματική μας ζωή. Οι τροπές και αλλοιώσεις, είναι μεταπτωτικό
φαινόμενο. Μετά την πτώσι ο άνθρωπος, δυστυχώς έχασε την προσωπικότητα
του και είναι υποκείμενος στις εναλλαγές. Προ της πτώσεως είχε σύνοικο
την Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Εζούσε κατά φύσι ευρίσκετο εκτός, αναγκών
και «Κύριος πάντων ων» εδέσποζε του χρόνου, του τόπου, του τρόπου, των
μέσων και δεν υπέκειτο σε καμμία μορφή αλλοιώσεως, διότι είχε
ολοκληρωμένη προσωπικότητα, θέλοντας να γίνη Θεός, δια του διαβόλου,
όπως αναφέρει ο αείμνηστος π. ΟΥΤΙΝΟΣ Πόποβιτς, όχι μόνο δεν έγινε Θεός,
αλλά έγινε ένας ιδιότυπος διάβολος. Και τώρα υπήχθη πλέον στις
αλλοιώσεις· του έγιναν αναφαίρετο πράγμα και ο άνθρωπος δεν εξουσιάζει
τίποτε στην προσωπικότητα του.
Και περιμένει να ιδή τι είναι αυτό πού θα εύρη. Μόνο η δύναμι της
λογικής του έμεινε και με αυτή επινοεί τρόπους, ώστε να απαλλάσσεται από
τους κινδύνους, πού προκύπτουν από τις αλλοιώσεις. Αυτή είναι μια
μεγάλη φιλοσοφία πού θα βοηθήση ιδίως εμάς τους μοναχούς να επιτύχωμε,
αφού η ζωή μας είναι η ακριβής μελέτη της συνειδήσεως. Δεν ελέγχαμε μόνο
τα αποτελέσματα της πράξεως για να απέχω με από αυτή. Ελέγχαμε ακόμα
και αυτές τις αφορμές πού προκαλούν.
Στην περίοδο της Χάριτος, ο Ιησούς μας εδίδαξε να βγάζω με την ρίζα του
κακού. Στην περίοδο του Μωσαϊκού Νόμου, ετιμωρείτο το αποτέλεσμα, ο
καρπός, η πράξι. Εμείς ζούμε στην περίοδο της Χάριτος. Δεν περιμένομε
την ώρα πού γίνονται τα κακά να τα σταματήσωμε ή προσέχομε να μην τα
εφαρμόσωμε. Εμείς οι μοναχοί προσέχαμε από την σύλληψι της σκέψεως, την
«προσβολή» κατά την γλώσσα των Πατέρων, ούτως ώστε να ξεριζώσωμε τα ίδια
τα φυτά, πού γεννούν τους κακούς καρπούς, πού είναι η κατ' ενέργεια
αμαρτία. Για να το επιτύχωμε αυτό πρέπει να έχομε πολλή λεπτομέρεια στον
χειρισμό των αλλοιώσεων. Οι αλλοιώσεις, όπως αναφέραμε, είναι όπως οι
καιρικές συνθήκες. Δεν είναι μόνιμες, αλλά παροδικές. Δεν πρέπει να
φοβίζουν κανένα, ώστε να μεταβάλλουν τον ρουν της ζωής του. Έχομε
παράδειγμα τους ναυτικούς. Δεν αρνούνται την ναυτική τους ιδιότητα
επειδή η θάλασσα γίνεται σαν κόλασι, όταν έχη τρικυμία. Τι κάνουν;
Δένουν λίγο στο λιμάνι το καράβι τους και περιμένουν. Και μετά
συνεχίζουν την πορεία τους και δεν τους απασχολεί το θέμα της τρικυμίας.
Έτσι και εμείς δεν τρομάζαμε, όταν ξέρωμε την δεξιοτεχνία του χειρισμού
των αλλοιώσεων. Μέσω των αλλοιώσεων προσπαθεί ο σατανάς να μας
προκαλέση φοβία, να μας φράξη τον δρόμο. Γνωρίζοντας όμως την
λεπτομέρεια εκ των προτέρων, ότι οι αλλοιώσεις είναι παρείσακτα και
παροδικά στοιχεία, τότε δεν τις ΛΑΜΒΑΝΑΜΕ υπ' όψι, αλλά σαν τους
ναυτικούς δένομε το καράβι και περιμένομε, θα παρέλθη η θύελλα και πάλι
θα συνεχίσω με. Βλέπετε και στις αναγνώσεις πού κάνομε στην τράπεζα, πώς
οι Πατέρες σχεδόν δεν δίνουν καμμία βαρύτητα στο ζήτημα των λογισμών -
των λεγομένων προσβολών - και περισσότερο ο Μέγας καθηγητής της
διακρίσεως, ο Αββάς Ποιμήν, ο οποίος μας ερμηνεύει αυτή ακριβώς την
λεπτομέρεια. Οι αλλοιώσεις, σε μας πού είμεθα μακράν από τα αίτια, είναι
πραγματικά γελοίες, διότι δεν ημπορούν να κάνουν τίποτε. Εμείς πρακτικά
ευρισκόμεθα μέσα στην πραγματικότητα. Ποία; Ότι ακούσαμε την κλήσι. Μας
εκάλεσε ο Ιησούς μας με το προφητικό ρητό του Ησαϊου: «Εξέλθετε εκ
μέσου αυτών και αφορίσθητε και ακαθάρτου μη άπτεσθε. Και εισδέξομαι υμάς
και έσομαι υμίν εις πατέρα και έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας». Και
εμείς ακούσαμε την κλήσι· καθένας στην ηλικία και την περίστασι όπως
οικονόμησε η θεία Χάρις και «εξήλθομεν εκ μέσου αυτών». Ποίων; Των
αιτίων και όχι των ανθρώπων. Αλλοίμονο! Με τους ανθρώπους είμεθα
αδελφοί. Δεν μας βλάπτουν οι άνθρωποι. Έχομε σχέσεις με τους ανθρώπους.
Εξήλθαμε ακριβώς από τις αφορμές του «μαμωνά», κατά την γλώσσα του Ιησού
μας, πού συμβολίζει τον νόμο της παραφύσεως, τον νόμο της επιθυμίας.
Εβγήκαμε από εκεί και πλέον τέτοιου είδους «ακαθάρτου», πού συνιστά το
σώμα του «μαμωνά», δεν απτόμεθα... Πράγμα της καταχρήσεως και της
επιθυμίας δεν μας απασχολεί. Και παραμέναμε όχι για μια στιγμή μακράν
των αιτίων, αλλά εκτίσαμε κατοικία και καλύβη μέσα στις ερημιές, σαν
αγρίμια, και προσκαρτερούμε εδώ, προσμένοντες το έλεος του θεού,
πεπεισμένοι ότι Αυτός πού μας εκάλεσε είναι πιστός στις επαγγελίες Του.
Τώρα λοιπόν, ο διάβολος πολύ ελάχιστα ημπορεί να βγάλη από μας, αν
είμεθα λίγο προσεκτικοί. Διότι, κατά την γλώσσα των Πατέρων, πού
ερμηνεύουν με λεπτομέρεια την πρακτική φάσι της ζωής μας, τα πλείστα
κακά τα όποια ημπορούμε να πάθωμε, (οφείλονται στις αφορμές και στα
αίτια. Από εκεί πού οι αισθήσεις και οι φυσικοί πόροι και νόμοι, με
προφάσεις ακατονόμαστες, τις όποιες συγχίζει ο σατανάς, γίνονται τα
ολισθήματα μας. Τώρα πού ευρισκόμεθα έξω από αυτά, ο σατανάς απεγυμνώθη
από την δύναμί του. Η θεία Χάρις με τον Σταυρό του Ιησού μας, τον
απεγύμνωσε διότι «του εχθρού εξέλιπαν αι ρομφαίαι εις τέλος». Και ο
Ιησούς μας λέγει ότι «έρχεται ο του κόσμου άρχων και εν εμοί ευρήσει
ουδέν» και «θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμο» και φυσικά εννοεί και αυτό
τον διάβολο. Μη η μπορώντας τώρα να μας προσβάλη κατ' ευθεία από την
ουσία των πραγμάτων, πού ευρίσκονται τα αίτια και μας ερεθίζουν,
προσπαθεί μέσω των αλλοιώσεων να φέρη παλαιές μνήμες, ούτως ώστε να μας
ταράξη, να μας διακόψη την ησυχία μας και την προσοχή μας από τον στόχο
μας. Ποιον; Στο να ξεχάσωμε το παρελθόν και να ενστερνησθούμε το μέλλον.
Να ξεχάσωμε την παλαιά ζωή, του παλαιού ανθρώπου της αμαρτίας και της
καταχρήσεως και να ενστερνισθούμε την νέα, την «καινή ζωή». Να μιμηθούμε
το παράδειγμα του Ιησού μας και των Αγίων μας Πατέρων, των
οποίων είμεθα συνεχισταί.
Το κεφάλαιο της υποστάσεως των μοναχών είναι η παρθενία. Έχοντας σαν
στόχο την αγνότητα και την παρθενία, γι' αυτό εφύγαμε από τα αίτια πού
προκαλούν. Μαζί με την παρθενία συνυφαίνονται η υπακοή και η εκκοπή του
ιδίου θελήματος, πού είναι η υποταγή και ακολουθούν φυσικά η διακονία, η
ταπεινοφροσύνη, το πράο, το σιωπηλό, το ευκτικό και όλα όσα μας
παρέδωσαν οι Πατέρες μας και με τα οποία ασχολούμεθα. Αυτά χάριτι
Χριστού, ο κάθε ένας μας λίγο-πολύ με όση έχει δύναμι τα κρατά και
απέχει πρακτικά από τα αίτια. Μέχρι εδώ φθάνει η ανθρώπινη δύναμι και
προσπάθεια, άλλο τίποτε δεν ημπορούμε να κάνωμε. Εάν θα βγουν από μέσα
μας οι ρίζες των κακών και στη θέσι τους θα σφηνωθούν οι ρίζες των καλών
και θα αρχίσουν μέσα μας να καρποφορούν οι αγαθές μνήμες και οι αρετές,
αυτό δεν εξαρτάται από εμάς. Το νοσταλγούμε, το προσμέναμε, το
ελπίζαμε, το πιστεύομε, δεν το κρατούμε. Αυτό θα το δώση μόνο η θεία
Χάρις, την οποία αναμένομε. Δεν εξαρτάται από τον ιδικό μας έλεγχο. Από
τον ιδικό μας έλεγχο εξαρτάται μόνο το να απέχομε πρακτικά από κάθε τι,
πού λέγεται και είναι αμάρτημα. Και με όση δύναμι έχομε, να ευρισκόμεθα
στα περιθώρια του καλού και της αρετής.
Αυτό χάριτι Χριστού λίγο-πολύ το κάνομε. Μέχρι εδώ φθάνει η δύναμί μας.
Τα άλλα όλα τα αναμέναμε δια της πίστεως και εφ' όσον έλθει η Χάρις τα
δίδει εκείνη. Ο διάβολος λοιπόν, δεν ημπορεί να μας αδικήση, εκτός αν
θολώση τα νερά και πλανήση τον μοναχό και αρχίση να βγαίνη από τις
βάσεις του, οι βάσεις ποιες είναι; Είναι η αννότης, η υποταγή και
υπακοή. Όταν λοιπόν, αυτά τα κράτηση ο μοναχός απαραχάραχτα, δεν ημπορεί
ο διάβολος να του κάνει κακό. Εις μεν την αγνότητα δεν ημπορεί να τον
ζημιώση, διότι δεν υπάρχουν τα αίτια. Πρέπει να είναι τόσο αφρών ένας
μοναχός ώστε να πλανεθή και να μπή μέσα στα επίκτητα κακά και να
επινόηση τρόπους να βρή ηδονή μέσα στις ακαθαρσίες και στις
συγκαταθέσεις αυτές, πού είναι αισχρό και να τις ενθυμηθή κανείς. Ένα
από τα πιο σπουδαία αίτια πού φράζει τον δρόμο σε μας πού θέλομε να
ακολουθήσωμε με ακρίβεια την παρθενία, είναι το έτερο φύλο. Διότι
παρόντος αυτού του αιτίου, επιβουλεύεται η αγνότητα μας. Κάθε τι το
οποίο μας παρακινεί προς ενθύμησι αυτού του είδους της ηδονής, είναι
εντελώς ξένο για μας. Στον αληθινό μοναχό έχει τόση μεγάλη επίδρασι η
Χάρις, πού τέτοιοι λογισμοί του προκαλούν γέλωτα. Εάν κάποτε επιτρέψη ο
Θεός να παραταθή επάνω μας αυτός ο πόλεμος, υπάρχει κάποιος λόγος. Είτε
διότι εμείς αφήναμε το καθήκον μας και παραδιδόμεθα στην αμέλεια και
ακηδία ζητώντας έτσι η Χάρις να μας ξυπνήση, είτε επειδή είναι η ώρα πού
θέλει να μας δώση τον στέφανο της αγνότητας, την ολοκληρωτική σφραγίδα
της παρθενίας και γι' αυτό επιτρέπει να μας πειράξη ο σατανάς, για να
αποδείξωμε πρακτικά την ειλικρινή πρόθεσί μας προς την αγνότητα. Και
στον πόλεμο αυτό, θα δώση ο Θεός και την κατάλληλη δύναμι. «Πιστός δε ο
Θεός, ος ουκ εάσει ημάς πειρασθήναι υπέρ ο δυνάμεθα, αλλά ποιήσει συν τω
πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν».
Ερχόμεθα τώρα στο δεύτερο καθήκον μας, την υποταγή και την υπακοή. Όπως
γνωρίζετε, με την ανταρσία έγινε η πτώσι των λογικών όντων και των
αγγελικών και των ανθρωπίνων. Όταν ήλθε ο Ιησούς μας να επαναφέρη σε
ισορροπία τα πεπτωκότα, δεν ευδόκησε, δεν οικονόμησε, δεν επεχείρησε,
δεν αποφάσισε να κάνη την επιστροφή από άλλη θύρα, παρά μόνο από την
θύρα της υπακοής. Διότι αν έκανε την επαναφορά διαφορετικά, θα έδινε την
εντύπωσι ότι είχε κάνει λάθος κατά την δημιουργία. Αλλά ο Θεός έκανε τα
πάντα «καλά λίαν». Σε ένα λόγο του ο Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος
ερμηνεύοντας το «καλά λίαν», λέγει.
Και πώς ήταν δυνατό, Πανάγαθε Δέσποτα, να κάνης Εσύ πράγμα εσφαλμένο,
πού να μην είναι «καλό λίαν»; Αφού Εσύ είσαι το κέντρο πάσης καλοσύνης.
Εσύ είσαι το υπέρτατο αγαθό, ήταν δυνατό να κάνης λάθος και να κάνης ένα
πράγμα πού να μην είναι σαν και Σένα καλό;».
Επομένως τα «λίαν καλά» από τον Θεό γενόμενα, δεν ημπορεί να τα μεταβολή
ο διάβολος, ο άνθρωπος ή άλλος παράγων. Ερχόμενος ο Ιησούς μας, είχε
την δύναμι σαν Κύριος των πάντων να μεταβολή ακόμα και τον νόμο της
δημιουργίας, διότι «Αυτός είπε και εγεννήθησαν, Αυτός ενετείλατο και
εκτίσθησαν». Αυτός είναι ο τεχνουργός. Εν τούτοις για να απόδειξη το
τέλειο της θεοπρεπούς μεγαλοσύνης Του, υπέδειξε ότι πρέπει να γίνη
επιστροφή από εκεί πού έγινε η πτώσι. Αναγκάζεται λοιπόν από την αγάπη
Του, να φορέση την ιδική μας φύσι, να υποστή τέτοιους είδους κένωσι, πού
να είναι ασύλληπτη στην διάνοια των λογικών όντων και για να μας πείση
πρακτικά ότι η επαναφορά μας, μόνο δια του τρόπου της υπακοής ημπορεί να
επιτευχθή. Εμείς οι μοναχοί, πού κρατούμε το κεφάλαιο της ευαγγελικής
τελειότητος, είμεθα απόλυτοι μιμηταί του Ιησού μας. Γι' αυτό μετά την
αγνότητα, υποσχεθήκαμε υποταγή και υπακοή. Εάν ο μοναχός μένει υπήκοος
και υποτακτικός, δεν ημπορεί ο διάβολος ποτέ να του κάνει κακό, ούτε
στις αλλοιώσεις, ούτε στις αρρώστιες, ούτε στους κινδύνους, ούτε στους
φόβους, ούτε σε καμμιά λογική ή παράλογη πρόφασι. Γιατί ακριβώς, ο
υπάκουος μοναχός δεν δέχεται τον ιδικό του λογισμό. Ο σατανάς κατ'
ευθείαν δεν ημπορεί ποτέ να φανερωθή και να μιλήση στόμα με στόμα, ή
ακόμα να μας κάνη σχήματα για να μας απατήση. Ακριβώς κάτι κάνει, αλλά
με ποιο τρόπο; Δολίως, μέσω της σκέψεως. Από εκεί, πού ο νους πηγάζει
τις ιδικές του σκέψεις και τις ρίχνει στην οθόνη της διανοίας και τις
επιλέγει και τις αποφασίζει, πηγαίνει και ο σατανάς και από τον ίδιο
προβολέα ρίχνει την πονηρή σκέψι στην ίδια οθόνη. Ο νους ο οποίος είναι
αδαής και δεν καταλαβαίνει, βλέπει την εικόνα και δεν διακρίνει ποιος
την έβαλε εκεί. Την παίρνει για ιδική του σκέψι. Διότι η σκέψι έρχεται
με δόλο. Δεν λέγει καθαρά «φάγε, κοιμήσου, ραθύμησε, κλέψε, πες ψέματα,
γέλασε». Διότι αν πη έτσι κατ' ευθεία, δεν υπακούει ο άνθρωπος. Ο
άνθρωπος, φύσι αγαθή, κατ' ευθεία στο πονηρό δεν πάει· εκτός αν
διαστραφή. Τότε έρχεται με την εύλογη πρόφασι και λέγει: «Είμαι
αδιάθετος, ας πάω να κοιμηθώ»· και πολλές άλλες ακατονόμαστες προφάσεις.
Όταν έλθουν αυτά, ο γνήσιος υποτακτικός αμέσως σκέπτεται. Οποιαδήποτε
σκέψι έρχεται μέσα μου, καλή-κακή θα την αναγγείλω στον Γέροντα.
Και ευρίσκεται στα πλαίσια της υποταγής και της υπακοής. Μόλις ο
διάβολος ιδή ότι έτσι ενεργεί ο υποτακτικός, αποδυναμώνεται. Δοκιμάστε
και θα ιδήτε. Όταν επιμένει ένας λογισμός λεπτός και παραμένει, μόλις
πείτε «θα πάω στον Γέροντα, και ότι μου πει θα κάνω», αμέσως
εξαφανίζεται.
Οι αλλοιώσεις δυστυχώς υπάρχουν και μεταβάλλουν τις διαθέσεις. Ενώ τώρα
ένας άνθρωπος είναι ευδιάθετος, πρόθυμος, «ζέων τω πνεύματι», ξαφνικά
σκυθρωπάζει, αισθάνεται ξηρασία, ακηδία και χάνεται όλη η προθυμία του.
Τότε έρχεται η εύλογη πρόφασι να εφαρμόση οικονομία. Επειδή είναι
αδιάθετος να φάγη λίγο παραπάνω, κάτι καλύτερο, να ξεκουρασθή προ της
κανονικής ώρας, να εγκατάλειψη τον κανόνα του. Ο μοναχός όμως λέγει:
«Δεν θα κάνω τίποτε από αυτά. Και αν είναι ανάγκη θα ερωτήσω τον
Γέροντα». Έτσι δεν κινδυνεύει. Διότι αν υποταχθή κανείς στον όρο της
οικονομίας, εισέρχεται σε ένα πλήθος πειρασμών πού δεν έχει άκρη. Τον
καταλαμβάνει απόγνωσι, αποθάρρυνσι, τον ελέγχει η συνείδησί του και δεν
τον αφήνει ήσυχο, ούτως ώστε και σωματικά να τον πείση να παράλειψη τον
κανόνα του και πνευματικά να μην τον αφήση να ενθυμηθή τον Θεό. Θα του
σαλέψη και τον ψυχικό και τον σωματικό κόσμο. Εάν όμως είναι
προσεκτικός, ότι τον απασχολεί και τον πιέζει, το αναφέρει στον Γέροντα·
και έτσι σκεπάζεται με την Χάρι της υπακοής και εξαρτήσεως, και εξ
αιτίας αυτού δεν αιχμαλωτίζεται στις διάφορες παγίδες του σατανά. Εκεί
πού δεν ημπορεί να εισχώρηση ο σατανάς, όλα τα πράγματα είναι ομαλά και
ειρηνικά, διότι εμείς οι χριστιανοί έχομε κτήμα μας την ειρήνη του Ιησού
μας, «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνη την εμήν δίδωμι υμίν» (Ίωάν. 14,27)
και «Ιδού εγώ μεθ' υμών ειμί πάσας τάς ημέρας» (Ματθ. 28,20). Αυτά είναι
θέσεις, δεν είναι απλά λόγια.
Μένοντες εμείς μέσα στον όρο της υπακοής και του καθήκοντος, έχομε την
συνέχεια της παρουσίας της Χάριτος του Ιησού μας και ειρηνεύομε. Όλα
αυτά θα αυξήσουν μέσα μας την εμπειρία στο πώς να πολεμάμε. Αν αυτό
μάθετε, έληξε το θέμα. Δεν μπορεί να μας κάνη τίποτε κανείς· διότι
νουνεχώς και με φρόνησι συνεχίζαμε την πορεία μας. Δεν φοβούμεθα
οποιονδήποτε παράγοντα πού θέλει να μας φράξη το δρόμο, διότι
απλούστατα, δεν έχει αυτό το δικαίωμα, γιατί «μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο
εν τω κοσμώ» (Α' Ιωάν. 4,4)·
Ερ.: Γέροντα, εκτός από αυτά πού μας είπατε, τι άλλο πρέπει να κάνωμε όταν έλθουν αυτές οι αλλοιώσεις;
Απ.: Είπα και προηγουμένως ότι ο άνθρωπος οφείλει να μάθη την τέχνη του
πολέμου. Το κεντρικότερο από όλα φυσικά, όπως ο Ιησούς μας ετόνισε,
είναι η υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος ούτος σωθήσεται» και « εν τη
υπομονή υμών κτήσασθε τάς ψυχάς υμών» Γιατί η υπομονή είναι αυτή πού θα
δείξη την πραγματικότητα. Επειδή οι αλλοιώσεις, πού είναι ανιούσες και
κατιούσες καταστάσεις, δεν είναι πραγματικές. Ούτε η ανιούσα, ούτε η
κατιούσα κατάστασι είναι πραγματική, ούτε το κύμα της Χάριτος πού
υπάρχει μέσα στον άνθρωπο και τον δροσίζει και τον παρηγορεί, είναι
μόνιμο, αλλά ούτε η απόγνωσι και η ξηρασία πάλι είναι μόνιμα. Την
ποιότητα τους θα την εύρωμε μόνο με την μακροθυμία, η οποία λέγεται
υπομονή. Συνηθίζοντας κανείς να υπομένη, περιμένει το έλεος του Θεού πού
θα έλθη και θα τον πληροφόρηση. Οι αλλοιώσεις προκαλούνται από πολλές
αιτίες. Είτε εκ δεξιών, είτε εξ αριστερών είναι, οι αφορμές ένα σκοπό
έχουν. Το συμφέρον, την ωφέλεια του ανθρώπου. Ο Κύριος της ζωής και του
θανάτου, για να επιτρέψη να συμβή στον άνθρωπο ο,τιδήποτε, πρέπει να το
κρίνη με την θεοπρεπή Του δικαιοσύνη, πού οπωσδήποτε είναι προς ωφέλεια
του ανθρώπου. Το θέμα της παναγάπης και προνοίας του Θεού είναι - όπως
όλες οι θείες τελειότητες -θεοπρεπές και τέλειο. Ο Θεός δεν
μεταβάλλεται, ώστε να πηγάζη από μια απόφασί Του κακό. Μόνο καλοσύνη,
μόνο αγάπη, μόνο αγαθότης, μόνο συμπάθεια, μόνο ελεημοσύνη είναι ο Θεός.
Άρα, και εκείνους πού αγαπά, και εκείνους πού παιδεύει, τους παιδεύει
σύμφωνα με τις ιδιότητες Του, αγαπητικά.
Για να επιτρέψη ο Θεός - και ιδίως στον άνθρωπο, τον οποίο τόσο πολύ
αγάπησε, ώστε «ουδέ του ιδίου Υιού εφείσατο» - μία αλλοίωσι, ένα
πειρασμό, από αγάπη το επιτρέπει, για το συμφέρον του.
Τήρηση Του Νου
Το πάν στον μοναχό είναι η τήρησι του νου. Από εκεί γίνονται όλα. Γι'
αυτό και επιβάλλεται ο μοναχός να έχη αυστηρή προσήλωσι, τήρησι και
στροφή προς τον νου του. Να τον ελέγχη, γιατί από εκεί ξεκινούν όλα τα
καλά και από εκεί μπαίνει φραγμός όλων των κακών. Η χρήσι και παράχρησι
των νοημάτων, γεννά όλα τα υπόλοιπα. Εάν κάποιος κάνη καλή κρίσι των
νοημάτων, οπωσδήποτε θα κάνη και καλή χρήσι των πραγμάτων αλλοιώς θα
συμβαίνη το αντίθετο. Γι' αυτό να στρέψετε όλο σας το ενδιαφέρον στην
προσοχή του νου. Ένας άριστος τρόπος τηρήσεως του νου είναι η συνεχής
μνήμη του Θεού. Εάν η προσοχή στραφή εις αυτόν τον στόχο, τότε ο
άνθρωπος αμέσως ευρισκόμενος στην μνήμη του Θεού, δεν αμαρτάνει. Ο
άνθρωπος «κατ' εικόνα και ΟΜΟΙΩΣΩ Θεού» πλασμένος, σπανίως γίνεται
κακοήθης εκ προθέσεως. Και αυτοί ακόμα οι απολύτως διεφθαρμένοι, πού δεν
ημπορούν να αντισταθούν στα πάθη τους και συνεχώς παρασύρονται και
αμαρτάνουν ημπορούμε να πούμε ότι δεν αμαρτάνουν πάντοτε εκ προθέσεως,
αλλά πολλές φορές εξ αδυναμίας. Εκ προθέσεως ο υγιής άνθρωπος δεν
γίνεται κακοήθης· και το ότι παρασύρεται, οφείλεται στο ότι σιγά-σιγά
έφυγε ο νους από τον στόχο και έγινε θύμα της πονηρίας του σατανά και
της εμπαθούς καταστάσεως του παλαιού ανθρώπου.
Μη δυνάμενος λοιπόν να έχη σωστή σκέψι, σωστή όρασι για να διακρίνη τα
πράγματα, αποπλανάται από ακατονόμαστες προφάσεις και προτιμά τα κακά
αντί των αγαθών. Όταν όμως ο νους ευρίσκεται στην θέσι του και γνωρίζη
καλά την αποστολή του και συναισθάνεται την παρουσία του Θεού - γιατί
«εκ δεξιών ημών έστιν, ίνα μη σαλευθώμεν» - δεν κινείται προς το κακό»
αλλά το αποστρέφεται.
Ιδίως εμείς οι μοναχοί, οι όποιοι έχομε ιδιαιτέραν κλήσι και
εγκατελείψαμε τον κόσμο και είμεθα αυτοεξόριστοι, εάν αυτό έχω με υπ'
όψι μας, ήδη πρέπει να είμεθα πεπεισμένοι για την επιτυχία μας. Αν ο
νους ευρίσκεται στην θέσι του, δεν θα πλανηθή ποτέ. Γιατί η αμαρτία
είναι άλογος, δεν ημπορεί να πείση, μόνο απατά. Είναι δυνατό να απατήση
ανθρώπους πού η γνώσι τους έχει αμβλυνθή και η έξι τους έχει παρασυρθή
από το περιβάλλον τους. Δεν ημπορεί όμως τόσο εύκολα να αποπλανά τους
μοναχούς, οι όποιοι έχουν συναίσθησι της ιδιαιτέρας προνοίας του Θεού
και της καθημερινής ενεργείας της Χάριτος Του. Ένας μοναχός ο οποίος
φοβάται να χόρταση, φοβάται να ξεκούραστη, φοβάται να μιλήση, πώς είναι
δυνατό να γίνη κακοήθης;
Όταν γίνεται, είναι σημείο ότι ξέχασε τον στόχο του και ο νους του έφυγε
από την βάσι. Ο φύλακας έφυγε. Ο φρουρός δεν είναι εκεί, και εφ' όσον
δεν έχει ο στρατός φρουρό, έρχονται οι αντίθετοι και τον περικυκλώνουν.
Εάν ήταν ο φρουρός στην θέσι του και εκοίταζε μακρυά, θα έδινε το
σύνθημα και τότε ήταν αδύνατο να πλησίαση ο εχθρός. Τόση μεγάλη σημασία
έχει η τήρησι του νου. Το ξέρετε και από τους Πατέρες μας. Ο Μ.
Αντώνιος, ερωτώμενος να διευκρίνιση τι σημαίνει μοναχός, είπε: «Μοναχός
εστί ο νουν τηρών». Και εκεί η ανθρώπινη γνώσι εσήκωσε ψηλά τα χέρια και
είπε: «Εμείς δεν ημπορούμε να το κάνωμε αυτό».
Βέβαια αυτή η εργασία χωρίς την θεία Χάρι, είναι αδύνατο να επιτευχθή.
Εμείς όμως έχοντες μαζί μας την Χάρι, είναι το μόνο εύκολο πού ημπορούμε
να επιτύχω με, διότι είναι και το κέντρο του στόχου μας. Αυτός είναι
και ο λόγος πού οι Πατέρες μας εφώναζαν ο καθένας με τον τρόπο του· ο Μ.
Αρσένιος εφώναζε ονομαστικά: «Αρσένιε, δι' ο εξήλθες». Άλλος έδενε την
μέση του με σχοινιά, άλλος με αλυσίδες, άλλος έθετε στα ρούχα του
σύμβολα, άλλος έγραφε στους τοίχους, άλλος στο εργόχειρο του. Όλα αυτά
ακριβώς αυτό το νόημα είχαν. Οι Πατέρες είχαν αξιολογήσει την σημασία
του νου και επινοούσαν τεχνητά μέσα για να τους ενισχύσουν προς την
επιτυχία.
Και σεις, καθένας με τον τρόπο του να επιδιώξετε αυτό το πράγμα. Και αν
τούτο το επιτύχετε, πού οπωσδήποτε πρέπει, τότε ασφαλώς βαδίζετε
απρόσκοπτα την Πατερική γραμμή και η επιτυχία είναι βεβαία· διαφορετικά,
εάν δεν το επιδιώξετε, θα δεινοπαθήσετε, διότι θα γίνετε εύκολη λεία
στην ποικιλόμορφη προφασιολογία της αμαρτίας και θα παρασύρεστε από το
ένα ολίσθημα στο άλλο. Τότε θα ενεργή μέσα σας ο παλαιός άνθρωπος, τον
όποιο έχετε αντίπαλο και εχθρό. Και τούτο θα γίνεται, γιατί ο νους έχει
ξεφύγει από την αποστολή του. Πολύ συντελεί στην τήρησι του νου ο θειος
ζήλος. Τον θειο ζήλο τον κρατεί η ακρίβεια της συνειδήσεως, η ακρίβεια
της συνειδήσεως στέκεται στην επιμονή, στο πρόγραμμα και στο τυπικό μας.
«Άνω σχώμεν, λοιπόν, τας καρδίας». «Άνω» στα δεξιά του Πατρός, εκεί πού
είναι το απαύγασμα της δόξης, εκεί πού είναι το κέντρο της αγάπης, ο
Ιησούς μας, ο όποιος μας αναμένει. Πότε θα ξυπνήσωμε από την αναισθησία
μας και θα επικαλεσθούμε με πόνο, με ταπείνωσι την αγαθότητα Του, να
συγκαταβή να μας ελευθέρωση από τον παλαιό άνθρωπο;
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Ερωτ.: Γέροντα, τι γνώμη έχετε για τις τεχνικές πού χρησιμοποιούνται από
τους μοναχούς για την συγκέντρωσι του νου; Ποια σχέσι έχουν με τον
αγιασμό του ανθρώπου;
Απ.: Το θέμα δεν είναι σύγχρονο. Υπήρχε και επί της εποχής του Άγιου
Γρηγορίου του Παλαμά, θέλοντας να κτυπήσουν οι κακοήθεις εχθροί το θέμα
της ησυχίας και εσωστρέφειας πού ο Άθωνας τότε επλουτούσε απομόνωσαν
μερικές κινήσεις της πρακτικής μας ζωής και έλεγαν κοροϊδευτικά ότι
είμεθα «Ομφαλοσκόποι» και αλλά πολλά πού αναφέρονται στον βίο του Αγίου.
Και ο Άγιος ανέσυρε το ανάστημα του και είπε: «Ναι, μεταχειρίζονται οι
νηπτικοί Πατέρες διάφορους πρακτικούς τρόπους πού συντελούν στο να έχωμε
περισσότερη ευχέρεια στην συγκράτησι του νου, αλλά αυτούς δεν τους
δογματίζομε». Εις αυτούς τους τρόπους ή τις τεχνικές, όπως είπατε, δεν
στεκόμεθα. Εκείνο το όποιο μας απασχολεί, είναι η ακριβής τήρησι των
Εντολών του Θεού, η ολοκληρωτική προς Αυτόν αγάπη μας, καθώς και προς
τον πλησίον μας, μέσω των οποίων δεχόμεθα την επίσκεψι της Χάριτος.
Σήμερα ακούομε παντού να γίνεται λόγος περί νοερός προσευχής και
Εσωστρέφειας μέσα στον κόσμο και πολλά άλλα συναφή.
Αν και εμάς τους μοναχούς μας απασχολούν αυτοί οι τρόποι, εν τούτοις δεν
δίνομε εις αυτούς κανένα κέντρο βάρους. Το κέντρο βάρους είναι η
ακρίβεια της συνειδήσεως μας στο να φυλάξωμε το θέλημα του Θεού, να
τηρήσωμε πάσας τάς εντολάς Του και μέσω αυτού του τρόπου να δεχθούμε την
επίδρασι της Χάριτος. Δεν αποβλέπαμε στους τρόπους πού χρησιμοποιούμε
για συγκράτησι του νου, διότι η εργασία μας δεν είναι μαγική, ούτως ώστε
με εξωτερικά σχήματα να προσδοκώ με την έλευσι της Χάριτος. Έχοντες
υιικές σχέσεις με τον Πατέρα Θεό, αποδεικνύαμε την προς Αυτόν στροφή μας
με την απόλυτη πίστι και αγάπη και άρα αφοσίωσι.
Και έτσι ευρίσκομε ανταπόκρισι. «Εν ω μετρώ» μετρούμε, αντιμετρείται σε
μας. Καθώς αγαπούμε τον Θεό και εξ ολοκλήρου επεκτεινόμενα προς Αυτόν,
τηρούντες το θέλημα Του κατά την δική του ρήσι - «ο μη αγαπών με, ου
τηρεί τους λόγους μου» - έρχεται προς ημάς. Και η κοινωνία γίνεται
οργανική, και η συνάντησι προσωπική. Ακόμη και αν η τήρησι του θελήματος
θα στοίχιση και αυτή μας την ζωή προθυμότατα το κάνομε. Και τότε
γίνεται το «ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός
και αυτοί έσονται μοι λαός».
Αυτό τον τρόπο διασάφισε ο Μέγας Φωστήρ της Εκκλησίας, ο Άγιος Γρηγόριος
ο Παλαμάς, όταν εθόλωσαν τα νερά οι δυτικοί ορθολογισταί, για να εύρουν
πρόφασι να κατηγορήσουν τους ορθοδόξους.
Και πάντοτε είναι επίκαιρα αυτά, ιδίως στον σημερινό κυκεώνα της
αρνήσεως των πάντων και του περιεκτικού ορθολογισμού. Και είμεθα έτοιμοι
να δώσωμε λόγο «πάντι τω αιτούντι, περί της εν ημίν ελπίδος». Αυτή
είναι η στροφή μας. Αγαπούμε τον Θεό, στον όποιο απολύτως πιστεύομε και
αφιερώναμε ολόκληρο το είναι μας. Όλη η θέλησι, η πρόθεσι, η ενέργεια
μας επεκτείνεται στην τήρησι των αγίων Του εντολών.
Και δεν το κάνομε αυτό, διότι προσδοκούμε να μας χαρίση δωρεάς. Όχι!
Πιστεύομε στον Θεό διότι μόνο εις Αυτόν αξίζει να πιστεύωμε. Τον
αγαπούμε, διότι είναι η απόλυτη αυτοαγάπη διότι πλέον εξ ολοκλήρου
ανήκομε εις Αυτόν. Για μας είναι διπλούς Κύριος και Δεσπότης, διότι και
εκ του μηδενός μας εδημιούργησε και μετά την πτώσι μας ανέπλασε και
ανακατεσκεύασε δια της προσωπικής Του θυσίας. «Και ουκέτι πλέον, εσμέν
εαυτοίς» αλλά «τω υπέρ ημών αποθανόντι και αναστάντι» κατά τον Παύλο.
Και όπως ο Ίδιος ομολογεί «όστις τηρεί τας εντολάς μου αγαπηθήσεται υπό
του Πατρός μου και εγώ και ο Πατήρ μου ελευσόμεθα και μονήν παρ' ούτω
ποιήσομεν». Αυτός είναι ο τρόπος πού μας οδηγεί στον αγιασμό.
Καθαρισμός Της Καρδίας
Το κέντρο της ζωής μας είναι η απασχόλησί μας με τον πνευματικό νόμο.
Αυτός είναι και ο λόγος πού αρνηθήκαμε τον κόσμο και εγκαταλείψαμε τον
οικογενειακό βίο, ο οποίος δεν είναι αμαρτωλός. Τον εγκαταλείψαμε,
επειδή θελήσαμε να εκφράσωμε με ένα ιδιαίτερο τρόπο την αγάπη μας προς
τον Θεό, τηρούντες έτσι με ακρίβεια την πρώτη εντολή. Κληθέντες από τον
Θεό, ακολουθήσαμε την φωνή Του για να εφαρμόσωμε αυτή την εντολή. Και
για να εύρωμε τον κατάλληλο χρόνο, τον απερίσπαστο μάλλον, εβγήκαμε έξω
από την κοινωνία και αρνηθήκαμε τους οικογενείς μας, ασχολούμενοι
λεπτομερώς με την εσωστρέφεια, ελέγχοντες τα νοήματα των πραγμάτων. Και
αυτό τον τρόπο, να η μπορέσω με να νικήσω με όχι μόνο την πρακτική μορφή
της αμαρτίας, αλλά να την αφανίσωμε από την γέννησί της. Όχι μόνο να
μην αμαρτάνωμε πρακτικά, αλλά ούτε κατά διάνοια να έχωμε συνεργασία με
το κακό. Και με αυτό τον τρόπο φθάναμε στον μακαρισμό του Κυρίου:
«Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Ο Ιησούς
μας ανέφερε ότι: «Τα έξωθεν εισερχόμενα ου κοινούσι τον άνθρωπο», δηλαδή
δεν τον μολύνουν.
Εκείνα πού εξέρχονται από μέσα τον κάνουν ακάθαρτο. «Εκ γαρ της καρδίας
εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί,
ψευδομαρτυριαι, βλασφημιαι». (Ματθ. 15,18). Αυτά είναι τα περισσεύματα
της ακαθάρτου καρδίας τα όποια κινούμενα από μέσα προς το έξω,
δημιουργούν το σώμα της περιεκτικής κακοηθείας. Και τότε καταρακώνεται η
ελευθερία της προσωπικότητας του ανθρώπου, και από ευγενής και «κατ'
εικόνα και ομοίωσιν» πλασμένος πού είναι, γίνεται πονηρός και
διεφθαρμένος. Επειδή μετέχομε και εμείς αυτής της αρρωστημένης
καταστάσεως, εξήλθαμε από τον κόσμο ακριβώς γι' αυτό τον λόγο. Κόσμο
όταν λέμε δεν εννοούμε τους ανθρώπους. Κόσμος είναι το σύστημα του
παλαιού ανθρώπου, πού κατά τον Παύλο είναι τα πάθη και οι επιθυμίες. Και
κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, η «επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία
του βίου», η αφροσύνη και γενικά η ματαιοφροσυνη. Ευρισκόμενοι τώρα εδώ,
προσέχαμε ακριβώς στο να γίνωμε «καθαροί τη καρδία», γιατί μονό έτσι θα
ίδωμε τον Θεό, όσο επιτρέπεται βέβαια στην ανθρώπινη φύσι να έχη
εμπειρία της οράσεως του Θεού. Το θέμα της παλιγγενεσίας δεν είναι η
μεταφορά των ανθρώπων εις ένα ευδαιμονισμό. Αυτά τα παραδέχονται οι
ξένες ομολογίες: Ο άνθρωπος μετά την παρουσία του Θεού Λόγου, δεν
μεταφέρεται εις ένα ευδαιμονισμό, ούτε επανέρχεται από μία εξορία σε μια
καλύτερη ζωή. Αυτά δεν είναι της Εκκλησίας μας γεννήματα, αλλά
πεπλανημένες ιδέες.
Η κένωσι του Θεού Λόγου, μετέφερε στην ανθρώπινη φύσι την θέωσι. Έτσι ο
άνθρωπος μεταφέρεται δια της Χάριτος - εάν αρχίσει από εδώ να πειθαρχή
στο Θείο θέλημα- υποστατικά στην ένωσί του με τον Θεό. Όπως μετέχει το
θετό παιδί στην περιουσία, στο όνομα και στην προσωπικότητα του πατέρα
του, ενώ δεν είναι φυσικό παιδί, έτσι και εμείς. Αν και δεν γεννηθήκαμε
τρόπον τινά, από τον Θεό, με την υιοθεσία όμως απεκτήσαμε την ίδια θέσι,
πού έχει ένα φυσικό παιδί. Αυτό για μας λέγεται θεανθρωπισμός.
Αυτό μας έφερε στη γη ο Θεός Λόγος. Όπως είπε ο ίδιος: «Εγώ πάτερ, εν
αυτοίς και συ εν εμοί» και «την δόξαν ην δέδωκας μοι δέδωκα αυτοίς», και
άλλου «Θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ' εμού, ίνα θεωρώσι την
δόξαν την εμήν», και πάλι «υμείς φίλοι μου έστε, εάν ποιήτε όσα εγώ
εντέλλομαι υμίν ουκέτι υμάς λέγω δούλους». Και όταν του εζήτησαν να τους
μάθη να προσεύχονται, κατ' ευθείαν τους είπε: «Πάτερ, ημών ο εν τοις
ουρανοίς». Για να επιτευχθή όμως αυτό και να εισέλθωμε στους κόλπους της
υιοθεσίας, πρέπει να προσέξωμε, όχι μόνο να μην αμαρτάνωμε, αλλά να
κτυπήσωμε την ρίζα της αμαρτωλότητος, ώστε και μέσα στην διάνοια μας να
μην έχη θέσι. Όταν καθαρίση η καρδιά από τις ενέργειες των παθών, πού
είναι ο παλαιός άνθρωπος, έρχεται τότε το Άγιο Πνεύμα και κατοικεί.
Προσέξετε πώς ο Ιησούς μας το αναφέρει. «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου
τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και
μονήν παρ' Αυτώ ποιήσομεν». Κοιτάξετε τι λέει, «μονήν»· δεν λέει ότι θα
έλθωμε να σας επισκεφθούμε, όπως κάνομε εμείς μια επίσκεψι, αλλά λέει
ότι θα κάνωμε διαμονή. Αυτός είναι ο Θεανθρωπισμός.
Η απαλλαγή μας όμως από την αμαρτία δεν γίνεται αυτομάτως αλλά σταδιακά,
όπως γίνεται η σωματική αύξησι. Με την εμμονή μας, σιγά-σιγά
επιτελείται δια της Χάριτος μυστηριωδώς η κάθαρσι της καρδιάς. ΚΑΘΑΡΙΖΩ
πρώτα ο νους και φωτίζεται, και έτσι συλλαμβάνει καλά τα νοήματα και δεν
πλανάται. Μετά την σωστή χρήσι των νοημάτων και την τήρησι της
ακριβείας των εντολών, καθαρίζεται και η καρδιά. Τότε εισέρχεται η Θεία
Χάρις μόνιμα και κάνει τον άνθρωπο αληθινά θεοφόρο. Και ο άνθρωπος αυτός
ενώ είναι ζωντανός, μεταφέρθη «εκ του θανάτου εις την ζωή». Αυτό είναι ο
αγιασμός . Τότε εις αυτόν δεν λειτουργούν οι φυσικοί νόμοι. Κοινωνεί
μόνιμα με την θεία Χάρι και εισέρχεται στο υπέρ φύσι, ούτως ώστε να έχη
το διορατικό ή το προφητικό χάρισμα. Δεν φοβάται τις ασθένειες, τους
κινδύνους, διότι μεταφερόμενος στη θέσι της υιοθεσίας τον σκεπάζει η
θεία Χάρις· και όταν κάποτε θα φύγη από τον κόσμο αυτό, θα κερδίση τις
άξιες των επαγγελιών, πού μας υπεσχέθη ο Χριστός μας.
Και αυτές τις ήμερες, αν είστε λίγο προσεκτικοί, θα αισθανθήτε
περισσότερο την επίδρασι της Χάριτος, διότι όπως έλεγε ο αείμνηστος
Γέροντας μας, ο Χριστός χαρίζει πλουσιότερα τα δώρα Του στις μεγάλες
εορτές, σαν μια ιδιαίτερη ευλογία. Αλλά υπάρχει λόγος στο να μην είμεθα
και να μην γίνω με προσεκτικοί; Αφού αυτό είναι το κέντρο του στόχου
μας! Πώς να μην γίνωμε ευλαβείς, ζηλωταί, προσεκτικοί, πραγματικοί
λάτρεις του Χριστού μας, ο οποίος πιστεύομε ότι μας εκάλεσε αφού μας
προώρισε και μας εδικαίωσε και απομένει μόνο η ελεημοσύνη Του να μας
δοξάση στην εσχάτη εκείνη ώρα, όταν θα φύγωμε από τον κόσμο αυτό;
Και να τώρα θα εισέλθωμε στα «ταμεία» μας, και αποκλεισμέ την θύρα μας
και προσευχόμεθα και εξομολογούμεθα και προσπίπτομε στον Χριστό μας και
με όλη την ψυχή και την καρδία και διάνοια και θελησι και πρόθεσι και
δράσι αποδίδαμε τάς ευχάς μας ενώπιον Του, πού έχει υποσχεθεί στους
αμαρτωλούς. Με πραότητα, με ταπείνωσι και καλοσύνη να προσπίπτετε με τον
τρόπο αυτό. Είναι ο μυστικότερος τρόπος της μεταβολής του χαρακτήρας,
πού προκαλεί τις πνευματικές εξάρσεις και αλλοιώσεις: «Αύτη η ΑΛΛΟΙΩΣΙΣ
της δεξιάς του Υψιστου». ΑΛΛΟΙΩΣΩ πού μεταβάλλει τον πήλινο άνθρωπο, τον
αμαρτωλό, τον περικείμενο τους δερμάτινους χιτώνας. Τον μεταβάλλει σε
πνευματικό ον, πού το περιτριγυρίζουν και επιθυμούν οι Άγγελοι να
παρακύψουν. Βλέπουν τις καλές αυτές διάνοιες, πού προσπαθούν να
ξεπεράσουν τον νόμο της βαρύτητας και να μεταφερθούν στο υπερουράνιο
θυσιαστήριο, εκεί όπου «πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Χριστός, εις τα
Αγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος» (Έβρ. 9,12).
Όσα δεν αφορούν τον ουρανό, ξεχάστε τα. Εκεί είναι το πολίτευμα μας.
Εκεί μας αναμένει ο Ιησούς μας. «Εάν πορευθώ και ετοιμάσω υμιν τόπον,
πάλιν έρχομαι και παραλήψομαι υμάς προς εμαυτόν, ίνα οπού ειμί εγώ και
ΕΜΕΙΣ ήτε». Ποια καρδιά, αισθανόμενη αυτά τα ρήματα, δεν θα ΡΑΓΙΣΩ,
ακόμη και αν είναι από γρανίτη κατασκευασμένη; Η ανερμήνευτος παναγάπη
Του δεν ετελείωσε με την θεία Του κένωσι και την παραμονή Του μαζί μας
στην γη αυτή, όπου ενεδύθη την ιδική μας ταπείνωσι και πτώχεια. Αλλά και
στους πατρώους κόλπους αναπαυμένος «εν πάση τη δόξη Αυτού», πάλι μας
ενθυμάται και «ουκ εάσει ημάς ορφανούς πώποτε, αλλά, μεθ' ημών εστί
πάσας τάς ημέρας».
Όλοι πρόθυμοι τώρα ξεκινείστε με άμιλλα πνευματική, να φιλοδοξήτε να
πέραση ο ένας τον άλλο. Και αυτό ακριβώς είναι το αξιέπαινο. «Αύτη η
γενεά αιτούντων τον Κύριον».
ΕΡΩΤΗΣΗ - ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ερ.: Γέροντα, πρέπει να προσερχόμαστε για όποιον μας ζήτα ή για τους αδελφούς της συνοδείας μας, πού λείπουν έξω στον κόσμο;
Απ.: Για τα μέλη της συνοδείας μας έχομε χρέος να προσευχόμαστε, διότι
ανήκομε όλοι στο ίδιο σώμα. Όταν δε ευρίσκεται κανείς έξω από το
περιβάλλον του, δεν ημπορεί να έχη την ίδια προσοχή και αίσθησι Χάριτος
και κατάστασι πού έχει όταν είναι στην φωλιά του. Εις αυτές τις
περιστάσεις, πού ευρίσκεται κάποιος έξω από την μάνδρα, δεν ξέρομε τι
ημπορεί ο διάβολος να επινόηση εις βάρος του, διότι είμεθα άνθρωποι και
ποιος έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του; Με μια στροφή του νου προς τον
Χριστό μας, να επικαλήσθε την θεία βοήθεια, την θεία Χάρι για την
επιτυχία του σκοπού για τον οποίο εξήλθε ο αδελφός· και με μια μικρή
προσευχή, να γίνεται αφορμή να σκεπάζεται οποιοσδήποτε απουσιάζη από τη
συνοδεία, διότι ευρίσκεται σε ανοικτό μέτωπο και δεν γνωρίζομε από πού
θα δεχθή την κρούσι.
Για τους άλλους τώρα σύμφωνα με την Πατερική παράδοσι, οι νέοι, οι
αρχάριοι, δεν ωφελούνται όταν εύχονται για άλλα πρόσωπα, διότι είναι και
αυτή μια πρόφασι από τα δεξιά για να δημιουργή σκορπισμό.
Φυσικά όπως και άλλοτε σας ερμήνευσα, δεν φιλοδοξούμε να ευχόμεθα για
τον καθένα, όχι διότι μισούμε τον πλησίον μας, μη γένοιτο, αλλά
γνωρίζοντες ότι είμεθα αδύνατοι και δεν έχομε παρρησία είμεθα λίγο
συνεσταλμένοι και ο Θεός βλέποντας το ταπεινό φρόνημα, ότι δηλαδή
απέχομε γι' αυτό τον σκοπό, συμπληρώνει η αγαθότης Του την πρόθεσι της
καρδίας και την πρόθεσι της αγάπης πού αισθανόμεθα απέναντι του καθενός.
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο από τό Βιβλίο:
Β΄ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ
ΙΩΣΗΦ ΜΟΝΑΧΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΤΟ ΑΠΟΝ ΟΡΟΣ»- ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1989
Η Ησυχαστική Παράδοση Στο Άγιον Όρος Από Τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά Έως Σήμερα
Η επεξεργασία , επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου