Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018

Καλοστημένη Παγίδα του Σατανά Αγιορείτικες Διηγήσεις





Μια νύχτα του Γενάρη, τα μεσάνυχτα χτύπησαν την πόρτα του δωματίου του, αφού είπαν δυο λέξεις μόνον από το «Δι' ευχών».
Ο Μοναχός Σπυρίδων άνοιξε την πόρτα και βλέπει μπροστά του έναν Άγγελο. Μόλις τον είδε ταράχτηκε τόσο πού δεν ήξερε τι να ειπεί, μόνον έτριβε τα μάτια του και του φάνηκε ο Άγγελος πολύ κόκκινος.
Ο φαινόμενος Άγγελος, δεν του έδωκε καιρό να σκεφθεί, άρχισε να του λέει επαίνους και κολακείες: «— Αδελφέ, ο Θεός δέχτηκε τις προσευχές σου και τις νηστείες σου, σα θυμίαμα και επειδή ευχαριστήθηκε πολύ από αυτά πού κάνεις, από τον εαυτό σου και την προαίρεση σου, με έστειλε να σε πάρω νάρθεις ν' ανέβουμε μαζί στην κορυφή του Άθωνα, και κείνος θα κατέβει με όλους τους αγίους, για να τον προσκυνήσεις, να πάρεις θάρρος και δύναμη, για να κάνεις μεγαλύτερες και περισσότερες αρετές. Εμπρός να φύγουμε, έχω εντολή να σε πάρω αμέσως, γιατί δεν έχουμε πολύ χρόνο στη διάθεση μας, ο Δεσπότης Χριστός θα είναι στο θρόνο να τον προσκυνήσεις και θα σου δώσει πολλά χαρίσματα».



Ο Μοναχός Σπυρίδων, από τη φαντασία και την υπερηφάνεια σκοτισμένος, δε σκέφτηκε ούτε μια φορά να ειπεί την προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησαν με» ή καν να κάνει έστω και μια φορά το σταυρό του, χωρίς να σκεφθεί τίποτε το πονηρό, ακολούθησε τον φαινόμενο Άγγελο και πήραν τον ανήφορο να πάνε στην κορυφή του Άθωνα από τα Κατουνάκια, μες την καρδιά του χειμώνα. Ο δρόμος ήταν καλυμμένος με πολλά χιόνια, πολλές φορές ο Μοναχός βούλιαζε μέχρι τη μέση στα χιόνια, παραπονιόταν πώς κουράστηκε, κι έλεγε να καθίσουν λίγο, αλλά ο φαινόμενος Άγγελος του απαντούσε: «Κάνε κουράγιο, αδελφέ, δεν είδες ότι τα καλά έργα «κόποις κτώνται και μόχθοις κατωρθούνται λίγο ακόμη φθάνουμε».
Ο Μοναχός άλλου έπεφτε κι άλλου σηκωνότανε, με πολλή ταλαιπωρία και κόπο, σε τρεις ώρες φτάσανε επί τέλους στην κορυφή !
Ο φαινόμενος Άγγελος όλος χαρά, λέγει στο Μοναχό Σπυρίδωνα: Κοίταξε Αββά προς τα εκεί. Ο Μοναχός σαστισμένος από την πολλή κούραση, γύρισε προς τα δυτικά της Κορυφής και είδε μέσα σε ένα μεγάλο στρογγυλό δίσκο πού είχε πολύ φως κόκκινο σα φωτιά, στη μέση φαινότανε σαν το Δεσπότη Χριστό φορεμένο αρχιερατικά άμφια, να κάθεται σε θρόνο, γύρω - γύρω να είναι Άγγελοι. Μετά βλέπει να έρχονται κύματα -κύματα οι άγιοι σε Τάγματα. Τότε άρχισε να διακρίνει, πώς ερχόντουσαν τα διάφορα
Τάγματα των Αγγέλων, των Αποστόλων, των Όσίων, των Ιεραρχών και των Δικαίων ανδρών και γυναικών, ακριβώς όπως παριστάνονται στην εικόνα των Αγίων Πάντων.

Η Αποκάλυψη Της Πλάνης Του Σατανά

Από τους ιεράρχες, μπροστά - μπροστά φαινόταν να έρχεται ο Άγιος Σπυρίδων, τότε ο φαινόμενος Άγγελος προστακτικά είπε στο μοναχό Σπυρίδωνα: «τι κάθεσαι και βλέπεις σα χαζός και κοιτάς έτσι περίεργα; Δε βλέπεις το Δεσπότη Χριστό πού σε περιμένει; Πήγαινε σύντομα να τον προσκυνήσεις».
Ο Μοναχός Σπυρίδων, επηρεασμένος από τη φαντασία της υπερηφάνειας, φούσκωνε πιο πολύ σαν το Παγώνι και προχώρησε λίγο, αλλά σιγά - σιγά πήγαινε με δισταγμό κάπως, σαν να του έλεγε κάτι από μέσα του, μην προχωρείς άλλο! τι να ήταν άραγε ; Να ήταν ή φωνή της συνειδήσεως ή ο φύλακας Άγγελος του; Σε μια στιγμή, ο πάτερ Σπυρίδων, πρόσεξε τον Άγιο Σπυρίδωνα, πού ερχότανε μπροστά, πώς στο κεφάλι του φορούσε ένα μεγάλο σκούφο, πού, το ύψος του έφτανε το ένα μέτρο. Τον άγιο Σπυρίδωνα, επειδή έφερε το όνομα του, σαν προστάτη του, τον είχε περισσότερη ευλάβεια και σεβασμό και επειδή συνήθως οι αγιογράφοι στις εικόνες, τον Άγιο Σπυρίδωνα, τον παριστάνουν αντίθετα από εκείνο πού αυτός έβλεπε, με πολύ μικρή σκούφια, ο πάτερ Σπυρίδων, παραξενεύτηκε βλέποντας τόσο μεγάλη και ψηλή σκούφια να φορεί ο άγιος του και κάνοντας το σταυρό του είπε φωναχτά: «Κύριε ελέησον, ο άγιος μου Σπυρίδωνας να έχει τόσο μεγάλη σκούφια, πολύ περίεργο πράγμα! !»
Μόλις έκαμε το σημείο του σταυρού, χάθηκαν όλα τα φαινόμενα και οι απάτες του Σατανά έγιναν άφαντες, αλλά ο ίδιος, είδε πώς βρισκότανε στο χείλος του γκρεμού, ευτυχώς το ένα πόδι ήταν βουλιαγμένο στο χιόνι και το άλλο πού είχε σηκωμένο, γιο: να προχωρήσει, βρίσκονταν στο κενό, δηλαδή δεν είχε μέρος να το πατήσει, γιατί αν έκανε μισό βήμα ακόμη, θα έπεφτε στο κενό πού είναι περισσότερο από χίλια μέτρα βάθος. Τον λυπήθηκε όμως ο Θεός, γιατί αντί να πέσει μπροστά, έγειρε προς τα πίσω και έμεινε εκεί από το φόβο και τη φρίκη πού δοκίμασε περισσότερο από τρεις ώρες λιπόθυμος και συνήλθε σαν πήρε για καλά ή ήμερα και, τον ζέστανε ο ήλιος.



Φανταστική Σατανική Ανάπαυση

Από την Σπηλιά του αγίου Ακάκιου του νέου στα Καυσοκαλύβια, ξεκίνησε να πάει στην έρημο του Αγιοβασίλη, ο Μοναχός Ακάκιος. Άλλα ο ευλογημένος αυτός Μοναχός, καθώς μου είπαν οι Πατέρες πού έζησαν το γεγονός, το όποιο έλαβε χωράν το 1923 - 24, και μάλιστα ο Γέρο - Δαμασκηνός από τον Αγιοβασίλη, και ως εκ των υστέρων αποδεικνύεται ότι, δεν έκανε τον σταυρό του καθώς ξεκίνησε από την Σπηλιά η κατά την πορεία του δρόμου, από άλλες σκέψεις πιθανόν να ξεχάστηκε να λέει την προσευχή και να επαναλαμβάνη την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησαν με» ή κάτι άλλο, προς δοκιμασία συνέβη στον αδελφό αυτόν και κατά παραχώρησιν Θεού επηκολούθησε η φανταστική σκηνή του Σατανά.
Δηλαδή, όταν έφτασε ο Πάτερ Ακάκιος στο σημείο πού είναι ο Σταυρός, στον δρόμο πού πηγαίνει από τα Κελιά της Κερασιάς προς τον Αγιοβασίλη, φαίνεται θα ήταν και πολύ κουρασμένος, από την δύσκολη εκείνη διαδρομή, σε καιρό χειμώνας και ενώ έπαιρνε να σκοτεινιάζει, βλέπει, λίγο πιο κάτω από τον Σταυρό, ένα ωραίο δωμάτιο με στρωμένο κρεβάτι, με καθαρά σεντόνια και πολύ αναπαυτικό.
Στην αρχή του φάνηκε λίγο περίεργο, πώς βρέθηκε εκεί το δωμάτιο και το κρεβάτι; Άλλα από την πολλή κούραση προφανώς έπεσε επάνω να ξεκούραστη.
Την άλλη μέρα πολύ πρωί περνούσαν άπ' εκεί δυο αδελφοί από τον Αγιοβασίλη, οι οποίοι πήγαιναν για την Κερασιά. Ήταν ακόμη σκοτεινά, αλλά με του Θεού την φώτιση βρήκαν τον αδελφό Ακάκιο να είναι πεσμένος πάνω στα χιόνια και όχι σε κρεβάτι, πού του έδειξε ή φαντασία του Σατανά.
Ήταν κυριολεκτικά ξεπαγιασμένος από το κρύο, πού στο μέρος εκείνο κάνει από το ρεύμα πού σχηματίζεται εκεί. Αναίσθητο τον μετέφεραν στον Αγιοβασίλη πού είναι πλησιέστερα και με εντριβές είδαν και έπαθαν να τον συνεφέρουν στην υγειά του, ο όποιος μόλις συνήλθε διηγήθηκε σε όλους το πάθημα του όπως αρχικά του φάνηκε.

Τι Εφόδια Εμποδίζουν Τις Φαντασίες Των Δαιμόνων

Η τρομερή αυτή φαντασία του Σατανά, φανερώνει σε μας την μανία πού έχει ο Διάβολος κατά των ανθρώπων και κυρίως κατά των Μοναχών, τους οποίους πάντοτε παραμονεύει, πότε και πώς θα μπόρεση να τους δολοφονήσει, διότι κατά τον λόγον του Κυρίου μας Ιησού Χριστού «Ο Σατανάς άπ' αρχής ανθρωποκτόνος εστί και τη αληθείς ούχ έστηκεν», (Ίωάν. Η' 44).
Για το λόγο αυτόν, γενικά οι άνθρωποι, οι πιστοί Χριστιανοί και κυρίως οι Μοναχοί θα πρέπει πάντοτε να έχουν και να φέρουν μαζί ιούς την πανοπλία του φωτός, την περικεφαλαία της αγάπης, τον θώρακα της πίστεως και την πύρινη ρομφαία πού είναι ο λόγος του Θεού.
Απαραίτητα πρέπει πάντα να φέρει επάνω του τον Σταυρό και να καταβολή μεγάλη προσπάθεια και αγώνα, για να κατορθώσει να λέει ακατάπαυστα την ωραία, μονολεκτική και θεολογική ευχή. το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησαν με», το «Υπεραγία Θεοτόκε σώσόν με», το «Σταυρέ του Χριστού πανάγιε σκέπε με, τη δυνάμει σου», «Βαπτιστά του Χριστού και Πρόδρομε Ιωάννη, πρέσβευε υπέρ εμού», «Άγιοι Πάντες πρεσβεύσατε υπέρ εμού του αμαρτωλού».
Έτσι μπορεί να βαδίζει κανείς μέρα - νύχτα και στα πιο έρημα μέρη και να μην κινδυνεύει ή να φοβάται από καμία σκοτεινή δύναμη και φανταστική ενέργεια του Σατανά.
Διότι, όταν ο χριστιανός είναι μ' αυτό τον τρόπο εξοπλισμένος, ο Σατανάς δεν τολμάει να τον πλησίαση, αλλά ως από πυρός διωκόμενος φεύγει και εξαφανίζεται και όλες οι σατανικές ενέργειες του σαν το κερί διαλύονται και χάνονται όπως λέει και ή αγία Γραφή: «Ως εκλείπει καπνός εκλιπέτωσαν, ως τίκεται κηρός από προσώπου πυρός, ούτος απολούνται οι αμαρτωλοί από προσώπου του Θεού και οι δίκαιοι εφρανθήτωσαν» (Ψαλμ. του Δαβίδ).
Στον άνθρωπο πού κατ' αυτόν τον τρόπο είναι εξοπλισμένος, ούτε αυτά τα μάγια πού κάνουν τα όργανα του Σατανά, οι Μάγοι, δεν πιάνουν.

Απατηλό Φαινόμενο Του Σατανά

Στην Μονής Μεγίστης Λαύρας, αυτοί οι δυο κοινοβίασαν και ζούσαν αρμονικά με πολύν αγώνα στην άσκηση και κάθε είδος αρετής.
Ο Ρουμάνος έκανε υπακοή σε όλα στον Πνευματικό και έδειχνε μεγάλη προθυμία στην εγκράτεια και στην άσκηση και ότι εντολή του έδινε ο πνευματικός.
Ο Σατανάς όμως πού παρακολουθεί τον άνθρωπο και προσπαθεί να βρει στον καθένα μας όπως λέμε την «αχίλλειο πτέρνα» δηλαδή το πιο αδύνατο σημείο, για να μας πολεμήση και να μας φέρει με τόση τέχνη και μαεστρία, έτσι πού να το θέλει, ο άνθρωπος, να κάνη το κακό από μόνος του, και ή επιβουλή του διαβόλου να μη φανεί καθόλου.
Έτσι έγινε και με τον αδελφό Ρουμάνο, ο οποίος ενώ στην αρχή ήταν εγκρατής, σιγά, σιγά όμως χωρίς κι ο ίδιος να το καταλάβει άρχισε να πίνη κρασί τόσο, πού έπεφτε στο βαρύ αμάρτημα της μέθης και παραμελούσε τα καλογερικά του καθήκοντα,
Ο Πνευματικός, γέροντας του, με πολύ κόπο, έπεισε τον Ρουμάνο να κόψη το κρασί και με τη βοήθεια του Θεού και την ευχή του γέροντα του, ο Ρουμάνος δεν ξανάπιε κρασί, παρά μόνον την θεία Κοινωνία μεταλάμβανε τακτικά, αφού πρώτα ξεπλήρωνε τα πνευματικά του καθήκοντα με άκρα υπακοή.
Σε λίγο καιρό ο Πνευματικός κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο και ο Ρουμάνος είχε βάλει όρο να μην βάλλει ποτέ στο στόμα του κρασί και φαίνεται πώς μέσα του πίστεψε ότι από δική του θέληση και δύναμη έκοψε το κρασί.
Μετά από αρκετά χρόνια έφυγε από την «Βίγλα» και κοινοβίασε στην Ιερά Μονή του Αγίου Παντελεήμονος πού λέγεται Ρωσική.
Εκεί μια μέρα, παρουσιάστηκε μπροστά του ή μορφή του γέροντα του Πνευματικού, ο οποίος είχε πριν από δέκα χρόνια πεθάνει.
Η μορφή εκείνη είπε στον Ρουμάνο Μοναχό, «δεν πειράζει τώρα μπορείς να πίνεις λίγο κρασί για να κόψης το θέλημα σου». Ο Μοναχός χωρίς να σκεφθεί τον όρο, πού μόνος του είχε βάλλει στον εαυτό του, η να κάνη τον Σταυρό του, πίστεψε στα λόγια εκείνα του Σατανά και ήπιε λίγο κρασί.
Τότε άκουσε την μορφή εκείνη να του λέει: «υστέρα από δέκα ολόκληρα χρόνια σε είπαμε να παραβείς και τον όρκο πού είχες κάνει στον εαυτό σου και σε κατάφερα να πιεις κρασί», και έδειξες πώς χαίρονταν για το κατόρθωμα του αυτό.
Ο Ρουμάνος γύρισε τότε προς τα αριστερά το κεφάλι του για να ιδεί άπ' εκεί πού ερχότανε η φωνή και άπ' εκείνη την στιγμή έμεινε το κεφάλι του γυρισμένο επάνω στον ώμο του μέχρι πού πέθανε. Διότι ήταν ο Διάβολος αυτός πού είχε πάρει την μορφή του Πνευματικού του. και με τον τρόπο αυτόν κατάφερε να τον ρίξει στο προτερινό του αμάρτημα την μέθη και κυρίως να παραβεί τον όρο που είχε βάλλει μόνος του.




Ο Σατανάς Με Σχήμα Πλοίου

Στα Καρούλια, πού είναι κάτω από τα Κατουνάκία, εκεί στα φριχτά βράχια, σκέφτηκε ο Σατανάς να σκοτώσει ένα παραδελφό του Γέροντος Χερουβείμ.
Ο αδελφός αυτός ήταν πραγματικός αγωνιστής, ακτήμων και καθόλα εγκρατής. Άλλα δεν πρόσεξε και κάποια πλάνη εμφιλοχώρησε, ή οποία του έδερνε και βασάνιζε το μυαλό του. Διότι νόμισε τον εαυτό του ικανό και κατάλληλο να πάει στον κόσμο και να κήρυξη στους χριστιανούς το Ευαγγέλιο και τον λόγο του Θεού, για να σωθούν οι άνθρωποι.
Έτσι με τους λογισμούς αυτούς παιδευμένος, μια μέρα βλέπει έξω ακριβώς από τα βράχια πού ασκήτευε ένα μεγάλο πλοίο, να προχωρεί προς το μέρος εκεί πού αυτός έμενε και ήταν έτοιμος να πηδήξει μέσα στο πλοίο αυτό.
Θεού οικονομία όμως ήταν να βρεθεί εκεί τη στιγμή εκείνη ο παραδελφός του Μοναχός Χερουβείμ, ο οποίος επειδή ήταν πολύ χεροδύναμος τον πήρε τον βάστηξε στην αγκαλιά του. Αυτός όμως επέμενε να τον αφήσει να πηδήξει μέσα στο πλοίο.
Ο παραδελφός του Χερουβείμ κοίταξε κάτω στην θάλασσα, αλλά δεν έβλεπε κανένα πλοίο διότι προφανώς δεν υπήρχε κανένα πλοίο, κι αν τον άφηνε ασφαλώς θα γκρεμιζόταν κάτω στα βράχια. και έτσι με πολύν κόπο τον συγκράτησε να μην πέση και τσακιστή.
Ο Σατανάς όμως του είχε θολώσει τόσο το μυαλό, πού συνέχεια εκείνος έβλεπε το πλοίο κάτω να περιμένει να τον παραλαβή, και φιλονικούσε με τον παραδελφό του και έλεγε: «Θέλω να με πάς τώρα στο Μοναστήρι της Λαύρας, για να διαμαρτυρηθώ και να σε καταγγείλω, διότι εμποδίζεις το έργο του Θεού».
Ο παραδελφός του Χερουβείμ Μοναχός με χαρά δέχθηκε να πάνε μαζί στην Λαύρα. Εκεί σαν βρέθηκαν μπροστά στους Προεστούς, βεβαίωσε πώς έβλεπε το πλοίο να τον περιμένει κι ο παραδελφός τον εμποδίζει να πάει στο θειο κήρυγμα πού τον καλούνε. Άλλα όταν τους είπε το μέρος εκεί πού αυτός έβλεπε το πλοίο, οι Γέροντες κατάλαβαν την παγίδα πού τοίχε στήσει ο Σατανάς και βάστηξαν τον πλανηθέντα Γέροντα στο Μοναστήρι έως ότου εξομολογήθηκε και με την χάρι του Θεού και την σκέπη της Κυρίας Θεοτόκου, γλίτωσε ο αδελφός αυτός από την μανία του Σατανά.
Και τώρα στις ημέρες μας, με τον ίδιο τρόπο, στα ίδια αυτά μέρη, πού έχουν πολλοί Πατέρες και αδελφοί σωθεί και αγιάσει με την ταπείνωση και ενάρετη ζωή τους. Στον ίδιο τόπο, με την σατανική μέθοδο του, ο διάβολος έχει σκοτώσει πολλούς και άλλους με τον άκρο φανα¬τισμό έχει αποπλανήσει και αφού τους χώρισε από τους άλλους Πατέρες, τους έμπλεξε με μεγάλη ευκολία στα δίχτυα της πλάνης και τους κρατάει σφιχτά για να μη μετανοήσουν.
Έτσι άλλος πίστεψε πώς αυτός μόνον είναι ενάρετος και δυνατός να βαστάει τις Παραδόσεις άπ' τη ζωή των αγίων Πατέρων και την Ορθοδοξία και «περικοπή της κοινωνίας με τους άλλους Πατέρες.
Άλλος άπ' αυτούς πιστεύει πώς φθάρηκε η Εκκλησία, καταστράφηκε ή Ορθοδοξία και έμεινε αυτός μόνος πιστός και ορθόδοξος και λογίζεται τους άλλους Πατέρες αιρετικούς.
Άλλος πιστεύει ότι είναι πρότυπο και υπόδειγμα ενάρετης ζωής, διότι έχει ταπείνωση και νοερά προσευχή και οφείλουν οι άλλοι Πατέρες να τον κάνουν υπακοή και να ακολουθούν τα φρονήματα του και με χίλιους δυο παρόμοιους τρόπους και τέχνες διαβολικές πλανήθηκαν, καταστράφηκαν και πολλοί άπ' αυτούς έφυγαν με κακό και αιφνίδιο θάνατο, από την ζωή αυτή ακοινώνητοι και αμέτοχοι και ούτης της θείας Κοινωνίας του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, παραδώσαντες έτσι, ψυχή και σώμα, στον αποπλανήσαντα και αποκόψαντα αυτούς, από το ενιαίο σώμα της αγίας Εκκλησίας και των αγίων αγιορειτών Πατέρων, παμπόνηρο Διάβολο.
Γι' αυτό Πατέρες και αδελφοί, ας μας τρομάξουν αυτά τα παραδείγματα, και ας αναφωνήσουμε κι εμείς με τον Αρχάγγελο Μιχαήλ: «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού, πρόσχομεν την αγίαν αναφορά, πού προσφέρει για όλο το Χριστιανισμό και τον Αγγελομίμητο και ουρανοπολίτης Μοναχισμό και εύχεται για όλον τον κόσμο, ή κατά Ανατολάς Μία, Αγία Ορθόδοξη, Καθολική και Αποστολική του Χριστού Εκκλησία, και μη θέλουμε να στήσει ο καθένας το δικό του θέλημα σαν ορθότερο και ορθοδοξότερο από των άλλων.
Διότι αυτή είναι, η φοβερώτερη πλάνη του Διαβόλου, να μας διαίρεση να μας αποκόψη, από την ολότητα του Σώματος του Δεσπότου Χριστού, ή οποία βρίσκεται μόνον στην Ορθοδοξία και στην ενότητα της αγίας Πίστεως, καθώς βροντοφωνεί ή αγία Εκκλησία μας και στις δεήσεις καθεκάστην λέγει: «Την ενότητα της Πίστεως και την κοινωνίαν του Αγίου Πνεύματος του Κυρίου δεηθώμεν».
Εάν δεν υπάρχει η ένότης της Πίστεως, δεν μπορούμε να κοινωνούμε με τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος και επομένως χριστιανός αποκομμένος της Ορθής Πίστεως και στερημένος της Κοινωνίας του Αγίου Πνεύματος, είναι από την ζωή αυτή νεκρός και πνευματικά πεθαμένος και χωρισμένος αιώνια από την πηγή των αγαθών, τον Ένα Τρισυπόστατο Θεό, τον Πατέρα, τον Υιόν και το Αγιον Πνεύμα.

Ο Σατανάς Εμποδίζει Το Καλό Και Φέρνει Σύγχυση Στην Προσευχή

Στη Σκήτη των Καυσοκαλυβίων, στην Καλύβα «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» ασκήτευε ο Γέροντας Αγάπιος Μοναχός με τη συνοδεία του, το Μοναχό Πηγάσιο, πού περνούσαν πολύ φτωχικά και στερημένα.
Κατά το έτος 1935 - 6, ο υποτακτικός Πηγάσιος, θύμισε στον Γέροντα του Αγάπιο, πώς καλά θα ήταν, άμα τελειώσει την άλλη μέρα το πρωί ή προσευχή της Ακολουθίας, να γυρίσει με ένα γράμμα, της Κυριάρχου Μονής Μεγίστης Λαύρας, πού το λένε «Απανταχούσα» στα άλλα Καλύβια της Σκήτης για να μαζέψει ελεημοσύνες και οικονομική ενίσχυση να μπορέσουν να διορθώσουν το Καλύβι τους πού ήταν ερειπωμένο.
Ο Γέρο - Αγάπιος βρήκε καλή τη γνώμη του υποτακτικού του, κι ετοιμάστηκε να φύγει, αφού τελείωσε ή Ακολουθία του Όρθρου. Ο αδελφός Πηγάσιος θα συνέχιζε την προσευχή, με την ανάγνωση των Ωρών, των Τυπικών, της Παρακλήσεως και λοιπής Ακολουθίας. Αφού τελείωσε την πρώτη, τρίτη και έκτη Ώρα, ο αδελφός Πηγάσιος του φάνηκε πώς κινιόταν μια σκιά μέσα στο ιερό, η οποία πολλές φορές κοιτούσε προς το αναλόγιο. Πρόσεξε λίγο και του φάνηκε πώς ήταν ο Γέροντας του, προς τον όποιο είπε ο Πηγάσιος: «Καλά Γέροντα δεν έφυγες; Γιατί δε θέλεις να πας, αφού ξέρεις πώς είναι ανάγκη, εφ' όσον όμως δεν θέλεις να πας για την Απανταχούσα, τι να σου ειπώ, κάτσε φτου, αφού σου αρέσει να είσαι φυλακή». Κι όταν είπε αυτά, συνέχισε την προσευχή του.
Όταν τελείωσε όλη την Ακολουθία κι ετοιμαζότανε να βγει από την εκκλησία, ο Μοναχός Πηγάσιος βλέπει και πάλι τη σκιά να είναι προσηλωμένη στη θέση της, που από την αρχή του φάνηκε πώς είδε. Τότε πλησίασε να βεβαιωθεί περί τίνος πρόκειται, και είδε πώς δεν ήταν ο Γέροντας του και το φαινόμενο μεγάλωνε τόσο πολύ, πού έφτασε στο ύψος το ταβάνι της εκκλησίας.
Ο αδελφός Πηγάσιος κατάλαβε πώς δεν ήταν ο Γέροντας του, αλλά ήταν ακάθαρτο πνεύμα και τον κατέλαβε αόρατος φόβος και τρόμος τόσο πολύ, πού άρχισε να τρέμει και να παρακαλεί τον Κύριο να τον απαλλάξει από την παρουσία του. Με τη χάρι του Θεού, το μεν ακάθαρτο πνεύμα εξαφανίστηκε, ο δε Πηγάσιος έφυγε από την εκκλησία κι από το σπίτι ακόμη και πήγε στο γείτονα του, τον Γέρο - Νικόδημο στην Καλύβα πού είναι δίπλα από τον Ευαγγελισμό «Μεταμόρφωσις του Σωτήρος».
Ο Γέρο - Νικόδημος, άμα είδε τρομαγμένο τον αδελφό Πηγάσιο, πήγε μαζί του στην εκκλησία της Καλύβης τους και διαπίστωσαν και οι δυο, πώς δεν υπήρχε τίποτα, γιατί είχε εξαφανιστεί ο Δαίμονας, πού με τη μηχανή του αύτη, θέλησε να συγχύσει τον αδελφό, να διακόψει την προσευχή του και να αφαιρέσει το νου του Μονάχου από τη θεία θεωρία και πνευματική προσήλωση, αλλά και να του δημιουργήσει αίσθημα φοβίας, πράγμα πού σε πολλούς μοναχούς επιχειρεί και μάλιστα στους αρχάριους κάνει θορύβους με φανταστικές κινήσεις, αλλόκοτους κρότους και άναρθρες κραυγές, στις όποιες δεν πρέπει ποτέ να δίνομαι σημασία, διότι ο Δαίμονας χωρίς την άδεια και παραχώρηση του Θεού δεν μπορεί ποτέ να βλάψει το πλάσμα του Θεού τον άνθρωπο.



Ο διάβολος φανερώνεται σαν φως

O οσιοπατερίτης Αντώνιος Μοναχός από τα Καυσοκαλύβια έλεγε ότι ο υποτακτικός του — ένα από τα Καλογέρια του — έκανε κρυφά απ' αυτόν πεντακόσιες (500) μετάνοιες τη νύχτα. Σε λίγο χρονικό διάστημα που εξακολουθούσε να κάνει την κρυφή και χωρίς ευλογία από τον Γέροντα του προσευχή, μέσα στα άγρια μεσάνυχτα είδε στο δωμάτιο του να παρουσιάζεται φως. Στην αρχή λίγο, αλλά μετά σιγά σιγά να φουντώνει και να γίνεται άγριο σαν φωτιά.
Ο υποτακτικός φοβήθηκε από το παράξενο φαινόμενο αυτό και έτρεξε αμέσως και το είπε στο Γέροντα του. Εκείνος τον κανόνισε αυστηρότατα για το κρυφό του αυτό θέλημα, που έδωσε το δικαίωμα να παρουσιαστεί ο Σατανάς σαν φως, για να τον ξεγελάσει και να του κάνει αργότερα μεγάλο κακό στο μυαλό.
Έτσι δεν ξαναφάνηκε το άγριο εκείνο φως, στο δωμάτιο του υποτακτικού του, εφόσον σταμάτησε και εκείνος να κάνει το κρυφό αυτό θέλημα του.
Από τότε τόσο φόβο πήρε ο υποτακτικός εκείνος, που ούτε νερό δεν έπινε αν πρώτα δεν έπαιρνε ευλογία από τον Γέροντα του, και έτσι προόδευσε και πρόκοψε στην πνευματική ζωή και γενικά στην αρετή της υπακοής, η οποία γεννάει την πραγματική ταπείνωση.
Κι όταν ο χριστιανισμός αποκτήσει την αληθινή ταπείνωση, τότε όλες του οι καλοσύνες και οι αρετές είναι ευπρόσδεκτες στο Θεό, σύμφωνα με το ρητό της αγίας Γραφής που λέει: «Επί τίνα επιβλέψω, άλλ' ει επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα μου τους λόγους».
Εκείνος που κάνει το θέλημα του, όσο κι αν φαίνεται καλός, δεν έχει καμμιά σχέση με την ταπείνωση και επομένως ό,τι κι αν κάνει χωρίς την ταπείνωση είναι αμαρτία και ματαιοπονεί. (Παρόμοιο γεγονός έχουμε γράψει και στο Α' τόμο του Γεροντικού μας, Βλπ. σελ. 114).


Ο Διάβολος Φοβάται Το Κομβοσχοίνι Και Την Ευχή

Στην Σκήτη της Αγίας Άννας, ο Μοναχός Προκόπιος από την Καλύβα «Εισόδια της Θεοτόκου» είχε μεγάλη επιθυμία να μάθει μουσικά, για να δοξολογεί κι αυτός το Θεό, όπως και οι άλλοι αδελφοί.
Επειδή όμως ήταν λίγο παράφωνος αποφεύγανε οι Πατέρες να τον μάθουν μουσικά.
Ο αδελφός Προκόπιος είχε χάρισμα από το Θεό λάβει να λέει ακατάπαυστα την ευχή το «Κύριε Ιησού Χριστέ υιέ του Θεού ελέησαν με τον αμαρτωλό» και στο αριστερό του χέρι κρατούσε πάντα το κομβοσχοίνι, το όποιο δεν αποχωριζόταν ποτέ.
Μια μέρα, ήταν πολύ λυπημένος, πού δεν μπορούσε να βρει κανένα για να τον μάθει μουσική και συλλογιζόμενος αυτό το πράγμα, από την πολύ του λύπη, είχε σταματήσει να λέει την ευχή.
Ξαφνικά παρουσιάζεται μπροστά του ένας σεβάσμιος, αλλά άγνωστος σ' αυτόν γέροντας ο όποιος του είπε: «Αδελφέ Προκόπιε, τι έχεις κι είσαι τόσο λυπημένος; τι σε απασχολεί; Ο Προκόπιος του απάντησε: «τι να έχω γέροντα, να, θέλω κι εγώ να μάθω λίγα μουσικά και δε βρίσκεται κανένας να με μάθει, γιατί μου λένε πώς είμαι λίγο φάλτσος». Ο ασπρογένης γέροντας τότε του είπε: «Γ ι ' αυτό κάθεσαι και στενοχωριέσαι καημένε, εγώ θα σε μάθω μουσικά και θα σε κάνω να γίνεις ο καλύτερος ψάλτης του Αγίου Όρους, θα κελαηδάς σαν το καλύτερο αηδόνι, αλλά θέλω κι εσύ να μου κάνεις μια χάρι».
«Δηλαδή τι ζητάς από μένα, του είπε ο Προκόπιος, θέλεις να σε πληρώσω; Εγώ ότι θέλεις θα σου δώσω!». Τότε ο ασπρογένης του είπε: «Ή πληρωμή ή δική μου είναι να πετάξεις από τα χέρια σου αυτό πού λέτε κομποσχοίνι και να πάψεις να λες αυτό πού λέτε ευχή και θα σε μάθω 'γώ, ότι θέλεις».
Ο Μοναχός Προκόπιος άμα άκουσε αυτά κατάλαβε πώς ο φαινόμενος δεν ήταν Μοναχός, άλλα ο παμπόνηρος Δαίμονας, πού ήθελε  να τον κάνει να σταματήσει την προσευχή, και αμέσως έκαμε το σταυρό του και είπε: «Ύπαγε οπίσω μου Σατανά παμπόνηρε, δε μου χρειάζονται τα μουσικά σου και οι πονηρές και οι καλοσύνες σου» κι ο Δαίμονας έγινε άφαντος. Απ' αυτό μαθαίναμε πόσο ο Διάβολος φοβάται το κομβοσχοίνι, για το οποίο καλά λένε οι Πατέρες ότι είναι το όπλο του χριστιανού κατά του Διαβόλου και την ευχή, ή οποία καίει τον Δαίμονα. Ενώ τους ψάλτες δεν τους φοβάται τόσο και δεν τους υπολογίζει, γιατί, εύκολα με το ψάλσιμο αφαιρούνται από την προσευχή και πέφτουν στον εγωισμό και την υπερηφάνεια!

Δεν Πρέπει Να Κρίνουμε Από Τα Φαινόμενα
μακαρίτης πνευματικός μου από τη Σκήτη των Καυσοκαλυβίων Παπα - Νικόδημος μου διηγήθηκε την ακόλουθη ιστορία παρ¬μένη από Πατερικά αγιορείτικα χειρόγραφα:
«Ένας πιστός χριστιανός, επί δέκα πέντε χρόνια πήγαινε στον πνευματικό του και εξομολογούνταν τις ανθρώπινες αδυναμίες του. Μια μέρα όμως, όπως συνήθιζε, πήγε στον πνευματικό του να πορνεύ¬εται με μια γυναίκα.
Αμέσως βγήκε έξω και φεύγοντας είπε στον εαυτό του: Αχ! τι έπαθα, αλίμονο σε μένα, έχω τόσα χρόνια που εξομολογούμαι σε αυτόν και τώρα τι θα κάνω; θα κολασθώ, γιατί όσα αμαρτήματα κι αν μου συγχώρεσε, εφ' όσον είναι αμαρτωλός άνθρωπος, είναι όλα ασυχώρετα. Έκλεγε και χτυπιόταν ο άνθρωπος για το κακό που τον βρήκε και δεν ήξερε τι πρέπει να κάνει.
Στο δρόμο που έφευγε δίψασε, προχώρησε λίγο και μπροστά του βρέθηκε ένα μικρό ρεματάκι στο οποίο έτρεχε γάργαρο και πεντακά¬θαρο νερό. Έσκυψε και ήπιε. Ήπιε τόσο που χόρτασε και δεν του έκανε καρδιά να φύγει αλλά ήθελε να πιει κι άλλο από εκείνο το νεράκι.
Σε μια στιγμή σκέφτηκε με το λογισμό του και είπε: «Αν εδώ στο ρεματάκι το νερό αυτό είναι τόσο καθαρό και νόστιμο, φαντάσου πώς θα είναι στη πηγή. Με την σκέψη αυτή ξεκίνησε να βρει την πηγή του νερού.
Όταν έφτασε όμως εκεί τι να δει! Βλέπει το νερό να βγαίνει μέ¬σα από ένα ψόφιο και βρώμικο κουφάρι σκύλου, μέσα από το στόμα του!! Τότε βαθιά αναστέναξε και είπε: αλίμονο σε μένα τον ά¬θλιο, μαγαρίστηκα ο ταλαίπωρος που ήπια από το μολυσμένο αυτό νε¬ρό, φαίνεται είμαι πολύ αμαρτωλός και ακάθαρτος για να μου συμ¬βαίνουν αυτά τα πράγματα.
Στη μεγάλη αυτή στενοχώρια που βρισκότανε, παρουσιάστηκε Άγγελος Κυρίου και του είπε: «Γιατί, άνθρωπε μου, στενοχωριέσαι και λυπάσαι για τα πράγματα που σου συμβαίνουν; ΙΙρώτα σαν ήπιες το νερό από το ρεματάκι δεν ευχαριστήθηκες που το βρήκες πολύ κα¬θαρό και δεν το χόρταινες να πίνεις και τώρα που είδες πούθε βγαίνει λες ότι μαγαρίστηκες; Είδες ότι βγαίνει από το στόμα του σκύλου και λες ότι μολύνθηκες; Εάν, αγαπητέ μου, ο σκύλος είναι, ψόφιος και ακάθαρτος μη λυπάσαι γι' αυτό εσύ, διότι το νερό που ήπιες εσύ κι ο κόσμος όλος που πίνει, μπορεί να βγαίνει από το ακάθαρτο στόμα του σκύλου, αλλά το νερό που βγαίνει δεν είναι δικό του, δεν είναι του σκύλου, αλλά είναι δώρο του Θεού.
Έτσι κι ο πνευματικός που σε εξομολογούσε, η συγχώρεση που σου έδινε δεν ήταν δική του, αλλά η συγχώρεση είναι δωρεά του Θεού, Εκείνος τη δίνει, το Πανάγιο Πνεύμα την χορηγεί, σ' αυτόν που ει¬λικρινά και καθαρά εξομολογείται τις αμαρτίες και αδυναμίες του.
Με τη διαφορά ότι οι δωρεές και τα χαρίσματα του Θεού στους ανθρώπους δίδονται μέσω της ιεροσύνης, από τους κανονικά χειρο¬τονημένους και έχοντας την άδεια της εξομολογήσεως και αφέσεως των αμαρτιών, όπως είπε ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός στους αγίους Αποστόλους και Μαθητές Του: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον, αν τίνων αφήτε τάς αμαρτίας αυτών αφίενται αυτοίς, αν τίνων κρατείτε κεκράτηνται» (Ιωάν. Κ. 22).
Έτσι οι άγιοι Απόστολοι έδωσαν την εξουσίαν αυτήν στους Επισκόπους και διαδόχους αυτών και εκείνοι στους κανονικά χειροτονηθέντες ιερείς και πνευματικούς. Εκ του λόγου τούτου και διότι τελούν τα άγια Μυστήρια του Θεού, οι ιερείς είναι ανώτεροι κατά το αξίωμα κι από αυτόν τον βασιλέα και ανώτατο άρχοντα του λαού, διότι κι αυτός οποιοσδήποτε και αν είναι στο κοσμικό του αξίωμα, α¬πό τον Ιερέα και πνευματικό θα λάβει την συγχώρεση των αμαρτιών του, διότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, αυτή είναι η ιερά Παράδοση της αγίας Εκκλησίας μας.




Δεν Πρέπει Οι Χριστιανοί Να Κρίνουν Τους Ιερωμένους

Και τώρα, λέγει ο Άγγελος, πήγαινε να βάλεις μετάνοια και να ζήτησης συγχώρεση από τον πνευματικό σου, που τον είδες να αμαρτάνει και παρακάλεσε τον να σε συγχωρέσει, για την κατάρτιση που σε βάρος του έκαμες. Όσο δε για την αμαρτία που εκείνος έκανε, ο θεός θα τον εξετάσει και Αυτός μόνον θα τον κρίνει, διότι εσύ είδες αυτόν να κάνει την αμαρτία, δεν μπορείς όμως να γνωρίζεις αν αυτός μετανόησε ή τον τρόπο της μετανοίας του. Έτσι εσύ μεν έχεις την αμαρτία της κατακρίσεως, εκείνος δε, αν μετανοήσει, θα τρυγήσει τους καρπούς της μετανοίας και διορθώσεώς του».
Όταν ο Άγγελος είπε αυτά στον πιστό εκείνο χριστιανό έγινε άφαντος. Ο δε χριστιανός, σύμφωνα με την εντολή του Αγγέλου, γύρισε πίσω, πήγε στον πνευματικό, στον οποίο διηγήθηκε όλα όσα είδε και άκουσε από τον Άγγελον Κυρίου, του έβαλε μετάνοια κι όταν είπε τα διατρέξαντα στον πνευματικό, όπως του τα είπε ο Άγγελος ο πνευματικός με δάκρυα στα μάτια μετανόησε, έκλαψε πικρά και ζήτησε συγχώρεση από τον πολυέλεο, πολυεύσπλαχνο και Πανάγαθο Θεό και διόρθωσε τα κακώς διαπραττόμενα, προς δόξαν Θεού και ψυχική σωτηρία αυτού.
Όταν μου διηγήθηκε αυτά ο πνευματικός μου Παπα - Νικόδημος, συνέχισε τον λόγο του και με αγάπη μου είπε: «Γι' αυτό, αδελφέ Χαράλαμπε, (αυτό έλαβε χώρα το 1934, που δεν ήμουν ακόμη Μοναχός και με έλεγε με το κατά κόσμον όνομά μου) δεν έχουμε δικαίωμα να εξετάζουμε την ζωή των άλλων ανθρώπων, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος: «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην;....» (Ρωμ. ΙΔ' 4). Πολύ δε περισσότερο να κρίνουμε τους Κληρικούς, τους ιερωμένους, τους πνευματικούς και γενικά τους ρασοφόρους, τους οποίους σκληρότατα δοκιμάζει ο Θεός και με μεγάλη πονηρία και μαεστρία πολεμεί ο Διάβολος, όπως λέει ο ίδιος ο Θεός «Μη κρίνετε; ίνα μη κριθήτε και εν ω κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, και εν ω μέτρω μετρείται μετρηθήσεται ύμίν» (Ματθ. Ζ' 1 - 3). Εμείς οφείλουμε να συγχωρούμε τα σφάλματα των άλλων και να μετανοούμε, να κρίνουμε και να τιμωρούμε τον εαυτό μας και μόνον. Αν θέλουμε να σωθούμε, να συγχωρούμε τους άλλους σύμφωνα με τα λόγια του ιερού Ευαγγελίου που λέει: «Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα πάλι του ιερού Ευαγγελίου πού λέει: «Εάν αφήτε τοις άνθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο Θεός τα παραπτώματα υμών» (Λουκ. ΚΓ' 34).

Πρώτη εισαγωγή  και δημοσίευση κειμένων  στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο από τό Βιβλίο:
Β΄ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ
ΙΩΣΗΦ ΜΟΝΑΧΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΤΟ ΑΠΟΝ ΟΡΟΣ»- ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1989
Η Ησυχαστική Παράδοση Στο Άγιον Όρος Από Τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά Έως Σήμερα


Η  επεξεργασία  , επιμέλεια  μορφοποίηση  κειμένου  και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
©  ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου